Όνομα: Σοφία

Επώνυμο: Μόρφη

 

 

 

ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ:

Οδός/αριθμός: Πριγκιποννήσων 19

Περιοχή: Βύρωνας

Ταχ. Κωδ.: 162 32

Νομός: Αττικής

Τηλ. 7628725

E-mail:

 

 

 

ΣΧΟΛΗ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ

 

ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ

Ανοικτή και εξ Αποστάσεως Εκπαίδευση

 

ΚΩΔΙΚΟΣ ΘΕΜΑΤΙΚΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑΣ

 

 

ΑΥΞΩΝ ΑΡΙΘΜΟΣ ΓΡΑΠΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

 

 

 

 

Ακαδημαϊκό έτος:

 

Ημερομηνία Αποστολής: 5/6/2000

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

  1. Επισημάνετε και αναλύσετε τις ομοιότητες και τις διαφορές ενός τριτοβάθμιου ιδρύματος Ανοικτής και εξ αποστάσεως εκπαίδευσης, όπως είναι το Ε.Α.Π., σε σχέση με κάποιο άλλο Ελληνικό τριτοβάθμιο εκπαιδευτικό ίδρυμα.

ΤΑ ΠΛΕΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ ΤΟΥ Ε.Α.Π. ΜΕΣΑ ΑΠΌ ΤΙΣ ΟΜΟΙΟΤΗΤΕΣ ΚΑΙ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΤΟΥ, ΜΕ ΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ

Για να μπορέσει κανείς να επισημάνει και να αναλύσει τις ομοιότητες και διαφορές ενός Τριτοβάθμιου παραδοσιακού Εκπαιδευτικού Ιδρύματος με ένα αντίστοιχο Τριτοβάθμιο Ίδρυμα ανοικτής και εξ αποστάσεως εκπαίδευσης όπως είναι το Ε.Α.Π., πρέπει να σκεφθεί τις εκπαιδευτικές παροχές αλλά και τους περιορισμούς που χαρακτηρίζουν τα παραδοσιακά εκπαιδευτικά συστήματα, σε αντιδιαστολή με τα μειονεκτήματα, τα πλεονεκτήματα, καθώς και τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα των ανοικτών συστημάτων της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης.

Το Ε.Α.Π. περιγράφεται αναλυτικά και διεξοδικά στον τόμο Α΄ “Ανοικτή και εξ Αποστάσεως Εκπαίδευση” (Θεσμοί και Λειτουργίες).

Πιο κάτω με σύντομο τρόπο θα παρουσιαστεί το Οικονομικό Πανεπιστήμιο Πειραιά, ακολουθώντας τη δομή του βιβλίου (κεφάλαιο 4), προκειμένου να γίνει η επισήμανση και η ανάλυση του α΄ μέρους που ζητά το θέμα μας.

Σύντομη ιστορία του Πανεπιστημίου

Το Πανεπιστήμιο Πειραιά ιδρύθηκε ως “Σχολή Βιομηχανικών Σπουδών” το 1938, από το Σύνδεσμο Βιομηχάνων και Βιοτεχνών. Το 1945 μετονομάστηκε σε Ανωτέρα Σχολή Βιομηχανικών Σπουδών, ενώ το 1958 σε Ανωτάτη Βιομηχανική Σχολή με έδρα της τον Πειραιά (Ν.Δ. 3876/58). Σκοπός της ήταν να μπουν οι βάσεις στην οικονομική, νομική και τεχνική παιδεία των στελεχών της βιομηχανίας, ενώ στη συνέχεια της ιστορίας της ορίστηκε η συστηματική, θεωρητική και πρακτική κατάρτιση διοικητικών στελεχών. Τον Ιούνιο του 1989 με το Π.Δ.377/89, η Σχολή μετονομάστηκε σε Πανεπιστήμιο Πειραιά και από τότε λειτουργεί με τα εξής Τμήματα Σπουδών που χορηγούν τα αντίστοιχα πτυχία και τα αντίστοιχα διδακτορικά διπλώματα:

  1. Οικονομικής Επιστήμης
  2. Οργάνωσης και Διοίκησης Επιχειρήσεων
  3. Στατιστικής και Ασφαλιστικής Επιστήμης
  4. Χρηματοοικονομικής και Τραπεζικής Διοικητικής
  5. Ναυτιλιακών Σπουδών
  6. Τεχνολογίας και Συστημάτων Παραγωγής
  7. Πληροφορικής
  8. Τεχνολογικής Εκπαίδευσης

Τη Διοίκηση του Πανεπιστημίου ασκεί η Σύγκλητος, το Πρυτανικό Συμβούλιο και ο Πρύτανης.

Εγγραφές

Εγγράφονται όσοι εισάγονται με τη διαδικασία της επιλογής που προβλέπεται από τις διατάξεις του Ν. 1351/83 (εισαγωγικές εξετάσεις) και χωρίς εξετάσεις για τους αποφοιτήσαντες μετά το σχολικό έτος 1999-2000 βάσει συνολικών μορίων (Ν. 2525/97). Η φοίτηση είναι δωρεάν!

Οργάνωση Σπουδών-Κανονισμός

Το Πανεπιστήμιο Πειραιά έχει υιοθετήσει μια σύγχρονη και ευέλικτη εκπαιδευτική αντίληψη. Η διδασκαλία γίνεται με διαλέξεις, φροντιστήρια, ασκήσεις, σεμινάρια και εργασίες φοιτητών. Η σπουδή περνά από τη θεωρία στην πράξη και εμπεδώνεται σε εργοστάσια, σε γραφεία και σε κάθε χώρο εργασίας με πολλαπλές επισκέψεις. Το εκπαιδευτικό υλικό είναι τα συγγράμματα, που διανέμονται στους φοιτητές, κυρίως υπογεγραμμένα από τους καθηγητές, συνήθως τα μόνα προς εξέταση. Η οργάνωση των σπουδών γίνεται με βάση το ακαδημαϊκό έτος, το οποίο διαρθρώνεται σε δύο εξάμηνα, με υποχρεωτικές ώρες διδασκαλίας για κάθε μάθημα, τουλάχιστον τα 4/5 του προβλεπόμενου στο πρόγραμμα για τις εργάσιμες ημέρες του αντίστοιχου εξαμήνου. Υπάρχουν τρεις εξεταστικές περίοδοι και η δυνατότητα οργάνωσης και λειτουργίας θερινών μηνών ταχύρυθμης διδασκαλίας για τη συμπλήρωση της ύλης εξαμήνου.

Το πρόγραμμα σπουδών περιέχει τους τίτλους των υποχρεωτικών, των κατ΄ επιλογήν υποχρεωτικών και των προαιρετικών μαθημάτων. Η κατανομή των εξαμηνιαίων μαθημάτων σε εξάμηνα είναι ενδεικτική και όχι υποχρεωτική για τους φοιτητές. Ανταποκρίνεται πάνω σε συνθήκες κανονικής φοίτησης προσαρμοσμένης στον ελάχιστο δυνατό αριθμό εξαμήνων που απαιτούνται για τη λήψη του πτυχίου και στην αλληλουχία των προαπαιτούμενων και εξαρτώμενων από προαπαιτούμενα μαθήματα. Με τη διαδικασία κατάρτισης του προγράμματος σπουδών ορίζονται τα προαπαιτούμενα και τα εξαρτώμενα από προαπαιτούμενα μαθήματα.

Ο φοιτητής υποβάλλει τη δήλωση προτίμησης στη γραμματεία του τμήματος, στην αρχή κάθε εξαμήνου, ολοκληρώνει τις σπουδές του και παίρνει πτυχίο, όταν επιτύχει στα προβλεπόμενα μαθήματα και συγκεντρώσει τον απαιτούμενο αριθμό διδακτικών μονάδων.

Ομοιότητες-Διαφορές

Οι συνθήκες ίδρυσης και δημιουργίας τόσο του Ε.Α.Π., όσο και του Πανεπιστημίου Πειραιά, σίγουρα είναι εντελώς διαφορετικές από άποψη ιστορική, οικονομική και κοινωνική. Φαίνεται όμως να έχουν ένα κοινό σημείο. Αυτοί που έκαναν τα πρώτα βήματα των ιδρυτικών προσπαθειών και στις δύο περιπτώσεις, είχαν αντιληφθεί τις ανάγκες της εποχής και τις διαγραφόμενες μελλοντικές τάσεις.

Η ελληνική οικονομία άρχισε να εκσυγχρονίζεται τις τελευταίες δεκαετίες. Αυτό όμως απαιτεί κόστος, τόσο στην ανανέωση του τεχνολογικού εξοπλισμού όσο και στις μεθόδους εργασίας. Πως όμως θα γίνει αυτό εάν δεν βελτιωθεί το επίπεδο εκπαίδευσης των εργαζομένων; Εάν συμπεριληφθεί σ’ αυτό και η είσοδος των γυναικών στην αγορά εργασίας μετά την οικονομική κρίση του 1973, δημιουργεί την ανάγκη βελτίωσης του επιπέδου εκπαίδευσης που έχει ως αποτέλεσμα την αυξανόμενη ζήτηση για “δεύτερη ευκαιρία”.

Η αδυναμία του παραδοσιακού συστήματος σπουδών στο Πανεπιστήμιο Πειραιά, να εντάξει στους κόλπους του και να επιμορφώσει άτομα μεγαλύτερης ηλικίας από τους σημερινούς μαθητές, ανθρώπους που νοιώθουν κοινωνική απαξίωση, διότι δεν έχουν κάποιο πτυχίο, ή κάποτε δεν πέτυχαν στις εξετάσεις, ή δεν έκαναν σωστή επιλογή, είτε διότι η μεγάλη διαφορά ηλικίας από τους σημερινούς φοιτητές τους αποθαρρύνει να τολμήσουν. Πολλοί έχουν τις πνευματικές δυνατότητες αλλά λόγοι οικονομικοί, οικογενειακοί, απόστασης, έλλειψης χρόνου κλπ, τους αναγκάζουν να απομονωθούν από το όνειρό τους, να καθηλωθούν σε στασιμότητα και να μην έχουν ευκαιρία ανέλιξης στην καριέρα τους. Η μη ευελιξία του συστήματος υπάρχει ακόμη στον τόπο και τρόπο διδασκαλίας.

Η ίδρυση του Ε.Α.Π. υπαγορεύτηκε από τις απαιτήσεις της εποχής μας που ζητούσαν από την Πολιτεία να προσφέρει όσο γίνεται περισσότερες εκπαιδευτικές ευκαιρίες στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση. Η μεγάλη διαφορά του Ε.Α.Π. από το Πανεπιστήμιο Πειραιά, είναι ότι προσφέρει τη δυνατότητα εκπαιδευτικών ευκαιριών, τη διασφάλιση ελεύθερης πρόσβασης του φοιτητή (δεν έχει μόρια), την ελευθερία στον χρόνο, τον τόπο αλλά και το ρυθμό μάθησής του. Η μέθοδος της εκπαίδευσης από απόσταση του Ε.Α.Π., βάσει του αρθρωτού συστήματος και του εκπαιδευτικού υλικού στήριξης των θεματικών ενοτήτων, που είναι πολυμορφικό, δίνει το δικαίωμα στον κάθε φοιτητή, να διαμορφώνει ο ίδιος προοδευτικά τη μορφωτική του φυσιογνωμία, επιλέγοντας κάθε χρόνο αυτοτελείς κύκλους σπουδών (Θ.Ε.), ώστε ο συνδυασμός τους να καταλήγει κάποια στιγμή σε ένα ιδιαίτερο πτυχίο. Αντίθετα το Πανεπιστήμιο Πειραιά, απαιτεί τη φυσική παρουσία του φοιτητή, επιβάλλει τη δια ζώσης μέθοδο διδασκαλίας, η πρόσβαση γίνεται κατόπιν Γενικών Εξετάσεων στα Λύκεια με μόρια, ενώ ο αριθμός των εισακτέων είναι περιορισμένος. Παρόλα αυτά είναι κοινό σημείο τους η ύπαρξη πτυχίων, μεταπτυχιακών και διδακτορικών τίτλων.

Η διδασκαλία από απόσταση είναι η δραστηριότητα του Ε.Α.Π., να παρέχει σπουδές από απόσταση μέσω των δημιουργών του εκπαιδευτικού υλικού και των εκπαιδευτών. Στο άρθρο 7 του Ν. 2552/97, αναγνωρίζεται ότι η “εξ Αποστάσεως Εκπαίδευση βασίζεται στην ανάπτυξη κατάλληλου εκπαιδευτικού υλικού, κατάλληλων μεθόδων για τη μετάδοση της γνώσης από απόσταση, πληροφοριακού υλικού, καθώς και εντύπων και μεθόδων συνεχούς αξιολόγησης των φοιτητών” (§ 1). Στο Ε.Α.Π., εξειδικεύονται τα είδη του εκπαιδευτικού υλικού και μεθοδολογίας, ενώ εισάγεται από το 1997, το εργαστήριο εκπαιδευτικού υλικού, το οποίο έχει ως βασική αποστολή να παρέχει εξειδικευμένη τεχνική βοήθεια στις ομάδες ειδικών, στις οποίες ανατίθεται η παραγωγή προτύπων εκπαιδευτικού υλικού πληροφοριακού υλικού και εντύπων αξιολόγησης. Επίσης η λειτουργία ενός συστήματος αξιολόγησης του διδακτικού υλικού, της εξ αποστάσεως διδασκαλίας και της διοικητικής υποστήριξής της, ως συστατικό της δομής του Ε.Α.Π., κρίθηκε απαραίτητο. Έτσι συγκροτήθηκε “Μονάδα Εσωτερικής Αξιολόγησης” με απόφαση της Συγκλήτου.

Νομίζω ότι η ίδρυση Εργαστηρίου Εκπαιδευτικού Υλικού και Εκπαιδευτικής Μεθοδολογίας, καθώς και η ίδρυση Μονάδας Εσωτερικής Αξιολόγησης, αποτελούν δύο από τις κυριότερες καινοτομίες που σχετίζονται με τη δομή του ιδρύματος του Ε.Α.Π. και δημιουργούν τη μεγαλύτερη διαφορά από το Πανεπιστήμιο Πειραιά. Το Πανεπιστήμιο Πειραιά με τα μοναδικά συγγράμματα του καθηγητή (πολλές φορές μετάφραση από βιβλία του εξωτερικού), δεν βοηθούν στην εξειδικευμένη μάθηση και στη συγκεκριμένη γνώση. Η επαφή πρόσωπο με πρόσωπο, καθηγητή-φοιτητή, στο Πανεπιστήμιο Πειραιά, δεν προάγει πάντα την επικοινωνία, σε αντίθεση με το Ε.Α.Π., όπου ο σκοπός επικοινωνίας μεταξύ εκπαιδευόμενου και εκπαιδευτή, είναι υποστηρικτικός, συμβουλευτικός, καθοδηγητικός, ενημερωτικός, ενθαρρυντικός και αξιολογητικός.

Το γραπτό κείμενο στο Ε.Α.Π., είναι ακόμη κύρια μορφή εκπαιδευτικού υλικού, αλλά τον τελευταίο καιρό, όπως φέτος, έχει συνοδευτεί από κασέτες ήχου, βιντεοταινίες, παράλληλα κείμενα, βιβλιογραφικό οδηγό, οπτικοακουστικά μέσα βασισμένα στις νέες τεχνολογίες, ενώ καθιερώνεται για πρώτη φορά ο θεσμός του κριτικού αναγνώστη.

Η τυπική εκπαίδευση μέσα από τις παραδοσιακές σχολές και τμήματα του Πανεπιστημίου Πειραιά, θα είναι ανεπαρκής, εάν δεν ακολουθήσει τη ραγδαία ανάπτυξη της επιστήμης και της τεχνολογίας, που οδηγεί πέρα από την απαξίωση της γνώσης, στην ανάγκη να επιμορφώνεται κανείς διαρκώς και να ενημερώνεται για τις εξελίξεις διαβίου.

Η αποστολή του Ε.Α.Π. λοιπόν στη β΄ παράγραφο του ιδρυτικού άρθρου, καθορίζεται ως “συνεχής επιμόρφωση και μετεκπαίδευση των πολιτών” και έρχεται να κάνει ένα άνοιγμα προς τη μεθοδολογία της εξ αποστάσεως διδασκαλίας.

Πρέπει να επισημανθεί μια ακόμη διαφορά. Οι οικονομικές απαιτήσεις του Ε.Α.Π. απαιτούν δίδακτρα, 150.000 δρχ, για κάθε Θεματική Ενότητα, πράγμα απαγορευτικό για πολλούς που επιθυμούν αλλά δεν μπορούν να ανταποκριθούν οικονομικά σ’ αυτό. Η φοίτηση στο Πανεπιστήμιο Πειραιά, όπως σε όλα τα παραδοσιακά τριτοβάθμια ιδρύματα, είναι δωρεάν. Σ΄ αυτό βέβαια χωράει πολλή συζήτηση, αν σκεφτεί κανείς, τα μεταφορικά έξοδα, τα έξοδα διαμονής σε άλλες πόλεις, παράλληλα συγγράμματα που χρειάζονται, φροντιστήρια κ.λ.π. για να αποπερατώσει κάποιος τις σπουδές του.

Και τα δύο θεωρούνται αυτοδιοικούμενα, ενώ προσπαθούν να ανανεώνουν τα προγράμματα σπουδών, που επιβάλλονται από την εξέλιξη της επιστήμης και τις αυξανόμενες απαιτήσεις της αγοράς εργασίας. Η διαφορά εδώ είναι ότι το Ε.Α.Π. λόγω της δομής που έχει αναπτύξει, είναι πιο ευέλικτο από το Πανεπιστήμιο Πειραιά στις αλλαγές. Δεν είναι απαραίτητη η δημιουργία εγκαταστάσεων σε κάποιο συγκεκριμένο χώρο, γιατί ο σπουδαστής του Ε.Α.Π. μελετά στο χώρο του και στο χρόνο που τον διευκολύνει, όπως αναφέραμε, με βάση τις υποχρεώσεις του. Στο Πανεπιστήμιο Πειραιά οι αποφάσεις για δημιουργία νέων τμημάτων είναι χρονοβόρα διαδικασία με γραφειοκρατικές προεκτάσεις, ενώ ο φοιτητής του, αρκετές από τις παραδόσεις μαθημάτων, είναι υποχρεωμένος να τις παρακολουθεί σε αμφιθέατρα, όπως η Σχολή υποχρεούται να έχει σε συγκεκριμένους χώρους, για να εξυπηρετεί κάθε ανάγκη του προγράμματος σπουδών.

Η δημιουργία εκπαιδευτικών ευκαιριών από τη μία, καθώς και η διασφάλιση της πρόσβασης από την άλλη, συγκροτούν το φιλοσοφικό πυρήνα των ανοικτών συστημάτων εκπαίδευσης. Ο εκπαιδευτικός με τις ανελαστικές του υποχρεώσεις στο δημόσιο σχολείο ή ο εκπαιδευτικός των παραμεθόριων και νησιωτικών περιοχών, έχει τη δυνατότητα να προσδιορίζει τον τόπο, το χρόνο, και το ρυθμό της μελέτης του και να διαμορφώνει ο ίδιος προοδευτικά την μορφωτική του φυσιογνωμία, μέσα από το συνδυασμό των Θεματικών Ενοτήτων που επιθυμεί.

Το πλεονέκτημα των ανοικτών συστημάτων εκπαίδευσης σε σχέση με τα παραδοσιακά εκπαιδευτικά συστήματα στο τριτοβάθμιο επίπεδο, είναι, ότι απευθύνονται σε όλες τις ηλικίες, ο χρόνος και ο ρυθμός καθώς και ο χώρος της μελέτης, είναι στην προτίμηση του ενδιαφερόμενου. Σα μειονέκτημα θα έλεγε κανείς ότι είναι το ζητούμενο της ποιότητας των σπουδών που προσλαμβάνει. Όμως η έλλειψη ποιότητας έρχεται τελικά να αντισταθμιστεί σιγά-σιγά , διότι οι νέες τεχνολογίες βοηθούν στην ανάπτυξη της γνώσης, στην εκπαίδευση της επικοινωνίας, στην απόκτηση γνώσεων, στην ευκολία παρουσίασης εκπαιδευτικού υλικού και μετατρέπεται σε πλεονέκτημα. Έτσι δημιουργείται η δυνατότητα ανταγωνισμού του νέου συστήματος με τα συμβατικά συστήματα.

Συμπέρασμα

Ο σπουδαστής του Ε.Α.Π. σε αντίθεση με αυτόν του Πανεπιστημίου Πειραιά, κατακτά τη γνώση μόνος του, εφόσον ο καθηγητής του λειτουργεί ως σύμβουλος και εμψυχωτής και όχι ως κλασικός αναμεταδότης δάσκαλος. Η σχέση καθηγητή και σπουδαστή δεν είναι παθητική. Στο Πανεπιστήμιο Πειραιά ο καθηγητής διδάσκει, ενώ ο φοιτητής διδάσκεται.

Η φοίτηση στο Ανοικτό Πανεπιστήμιο καλλιεργεί την προσωπική ευθύνη, την αυτοπειθαρχία, την πρωτοβουλία.

Οι εκπαιδευόμενοι αποκτούν τη δυνατότητα μέσα από τα πακέτα ανοικτής εκπαίδευσης να μπορούν να σκεφτούν μόνοι τους. Καλλιεργούν και διαμορφώνουν την αυτοεκτίμησή τους και αποκτούν καλύτερο έλεγχο των ικανοτήτων και των γνώσεων που διαμορφώνουν.

 

 

2. Προσδιορίστε και αναπτύξτε εκπαιδευτικές ανάγκες του χώρου εργασίας σας ή της ειδικότητάς σας, οι οποίες δεν καλύπτονται ή καλύπτονται ελλιπώς με τους παραδοσιακούς-συμβατικούς τρόπους εκπαίδευσης και διερευνήστε πως αυτές οι ανάγκες μπορούν να καλυφθούν από ένα ίδρυμα ανοικτής και εξ αποστάσεως εκπαίδευσης.

Η περίοδος που διανύουμε χαρακτηρίζεται από την άρρηκτη σχέση της οικονομίας με την παιδεία. Η γνώση, η έρευνα, οι νέες τεχνολογικές εφαρμογές, είναι μέρος του παραγωγικού κύκλου της κοινωνίας και αναδιατάσσουν διαρκώς το σκηνικό γύρω μας. Έτσι η σχέση του Λυκείου με την οικονομία μοιάζει κάτι παραπάνω από πρόδηλη.

Η διαρκής μάθηση και η συνεχής κατάρτιση είναι συστατικά στοιχεία της νέας εποχής. Οι βιομηχανίες συσσώρευσης γνώσης υπερσκελίζουν τις βιομηχανίες παραγωγής. Η είσοδος των Η/Υ στην επιχειρησιακή, οικονομική, πνευματική, βιομηχανική και εκπαιδευτική παραγωγή, η δημιουργία του διαδικτύου, η επανάσταση των οπτικοακουστικών μέσων και η δημιουργία των Μ.Μ.Ε., κορύφωσε την Γ΄ Βιομηχανική Επανάσταση των νέων γνώσεων, και άλλαξε την κοινωνία. Αποτέλεσμα; Επιτάχυνση των νέων γνώσεων, απαξίωση των γνώσεων του επιστημονικού δυναμικού, τεράστια πληροφοριακή έκρηξη, κοινωνικές ανακατατάξεις.

Κλειδί για την εκπαίδευση στις αρχές του 21ου αιώνα είναι η “συνεχιζόμενη εκπαίδευση” ή “διαβίου μάθηση”.

Σήμερα ο επαγγελματίας επιστήμονας θα πρέπει μέσα σε διάστημα 30-35 χρόνων να ανανεώσει τις γνώσεις του 4 με 5 φορές. Το γεγονός αυτό υπερβαίνει τη σημερινή διάκριση ανάμεσα στην παραδοσιακή εκπαίδευση και στη συνεχιζόμενη εκπαίδευση-κατάρτιση.

Ο εκπαιδευτικός υποχρεούται να αναγνωρίσει τις εκπαιδευτικές ανάγκες στο χώρο εργασίας του ή της ειδικότητάς του, και να τις καλύψει.

Η αμερικανική επαγγελματική εκπαίδευση, με το μοντέλο “διαβίου μάθησης”, είναι μια αγορά 60 δις δολαρίων. Αποτελεί οικονομική πρόκληση και θέτει σε αμφιβολία την ορθότητα των επενδύσεων στο παραδοσιακό σύστημα εκπαίδευσης καθώς και στο ιδεολογικό υπόβαθρο των εκπαιδευτικών μεταρρυθμίσεων στην Ευρώπη και ειδικότερα στην Ελλάδα..

Πρόκληση όχι μόνο για τα υπάρχοντα παραδοσιακά εκπαιδευτικά συστήματα και το ρόλο των εκπαιδευτικών, αλλά για πολλές πολυεθνικές εταιρείες όπως η ΙΒΜ, η Ford, η Motorola κλπ, που έχουν ιδρύσει δικά τους πανεπιστήμια, όπου με αφετηρία την κατάρτιση οδηγούνται στην έρευνα στην ακαδημαϊκή εκπαίδευση και σε μια σειρά ειδικότητες. Εκπαιδεύουν νέους που θέλουν να ακολουθήσουν μια καριέρα “σίγουρη” στις επιχειρήσεις τους. Συγχρόνως, προσπάθειες γίνονται για να δημιουργηθούν τα νέα ανοικτά Πανεπιστήμια του διαδικτύου.

Να μια εντελώς νέα κατάσταση που υπερβαίνει τα σημερινά πλαίσια της συμβατικής εκπαίδευσης, άκρως ανταγωνιστική. Γιατί να. σπουδάζουν οι νέοι σήμερα στα συμβατικά παραδοσιακά ιδρύματα, ΑΕΙ κλπ, σπουδές με αμφίβολη επαγγελματική σταδιοδρομία, όταν στο μέλλον καραδοκεί η ανεργία, η απαξίωση των γνώσεων και υπάρχει τόσο έντονη η ανάγκη αξιολόγησης των σπουδών και των παρεχόμενων υπηρεσιών, όταν στοχεύει κανείς στην ποιότητα των σύγχρονων σπουδών και τα συγκεκριμένα ιδρύματα παραμένουν αδρανή, ανήμπορα, εραστές μιας άλλης εποχής;

Οι σπουδές, σε όλα τα στάδια της εκπαίδευσης, πρωτοβάθμιας, δευτεροβάθμιας, τριτοβάθμιας, αλλά (ιδίως οι μεταπτυχιακές) είναι μέρος του πλούτου της χώρας. Από αυτή την άποψη είναι δημόσιο συμφέρον να διασφαλιστεί η ποιότητα των σπουδών και των σπουδαστών, με τη συνεχή ανανέωση της υλικοτεχνικής υποδομής, τη δημιουργία υψηλού εκπαιδευτικού περιβάλλοντος, την ικανή και λειτουργική διαχείριση όλων των βαθμίδων εκπαίδευσης.

Είναι δυνατόν όμως, αυτά να γίνουν όταν δεν υπάρχει στα σχολεία μας, συνεχής, συστηματική αξιολόγηση σε καθημερινή βάση, τόσο σε ατομικό όσο και σε συλλογικό επίπεδο; Η πληροφορία έγινε μέρος πια του παραγωγικού κύκλου, όπως οι συντελεστές παραγωγής, εργασία, κεφάλαιο, ενώ ο ανταγωνισμός χτυπά την πόρτα των εκπαιδευτικών. Πρέπει να κατανοήσουμε πως οι κατευθύνσεις και οι προτεραιότητες της παιδείας είναι μέρος των κατευθύνσεων και των προτεραιοτήτων της κοινωνίας.

Ο ανταγωνισμός έχει να κάνει με τις μεγάλες ανάγκες για επανεκπαίδευση και κατάρτιση των εκπαιδευτικών μέσα στις συνεχώς μεταλλασσόμενες συνθήκες που έχουν την αφετηρία τους στην τεχνολογία. Εμείς οι εκπαιδευτικοί στα Δημόσια Σχολεία πρέπει να αντιληφθούμε, αν θέλουμε να παραμείνουμε μάχιμοι, ότι η εκπαίδευση της νέας εποχής δεν μπορεί να ολοκληρώνεται μόνο με την ολοκλήρωση των σπουδών. Ένα νέα ανταγωνιστικό εκπαιδευτικό μοντέλο δημιουργείται με βάση την συνεχιζόμενη εκπαίδευση.

Σήμερα δεν αρκεί πλέον η απλή κατοχή της τεχνογνωσίας αλλά η ανάπτυξη της μάθησης, για να μπορέσουμε να παρακολουθήσουμε ένα κόσμο που αλλάζει συνέχεια. Στην Αμερική και Β. Ευρώπη τα ιδιωτικά σχολεία και πανεπιστήμια εκφράζουν άμεσα τις δυνάμεις της αγοράς, συνεργάζονται με πολυεθνικές και απαντούν αποτελεσματικά και ταχύτατα στις αυξανόμενες ανάγκες της κοινωνίας για μαζική μόρφωση που την εντείνουν οι μεγάλες δημογραφικές πιέσεις, την απαιτεί η τάση της νέας οικονομίας, αφού γνώση και πληροφορία έγιναν μέρος της οικονομικής λειτουργίας.

Άρα η δημιουργία μηχανισμών που θα παρέχουν συνεχή και διαβίου επιμόρφωση και κατάρτιση στους εκπαιδευτικούς είναι πλέον αναγκαιότητα για να γίνουν αποτελεσματικότεροι στο εκπαιδευτικό τους έργο.

Η εξ αποστάσεως επιμόρφωση των εκπαιδευτικών μπορεί να είναι ενδοσχολική ή εξωσχολική για όλες τις βαθμίδες εκπαίδευσης των ελληνικών σχολείων, του εσωτερικού ή της αλλοδαπής. Οι υπηρεσίες που μπορεί να προσφερθούν είναι της μορφής της αυτοεκπαίδευσης ή της συνεργατικής μάθησης ή της εικονικής τάξης με δυνατότητα αλληλεπίδρασης μέσω ISDN σύνδεσης. Αυτές οι υπηρεσίες θα μπορούσαν να οργανωθούν μέσω του ΥΠΕΠΘ με ένα Κέντρο εξ Αποστάσεως Επιμόρφωσης για τους πάσης φύσεως εκπαιδευτικούς ή από τα Πανεπιστήμια και τα Επιμελητήρια (Οικονομικό, Τεχνικό κλπ) σε συνεργασία με το Ε.Α.Π.

Το παλαιό μοντέλο που ισχύει ακόμα στα δημόσια Γυμνάσια και Λύκεια της Ελλάδας και το οποίο στηρίζεται σε ποσοτικά κριτήρια (συσσώρευση γνώσεων στο παραδοσιακό γνωσιοκεντρικό σχολείο) πρέπει να αντικατασταθεί από ποιοτικά κριτήρια.

Στην έκθεση της Διεθνούς Επιτροπής της UNESCO για την εκπαίδευση στον 21ο αιώνα τονίζεται ότι η διαβίου εκπαίδευση πρέπει να στηρίζεται σε τέσσερις πυλώνες που αποτελούν διαφορετικά είδη μάθησης: 1. Μαθαίνω πώς να αποκτώ τη γνώση 2. Μαθαίνω να ενεργώ 3. Μαθαίνω να συμβιώνω 4. Μαθαίνω να ζω με τέτοιο τρόπο ώστε να αναπτύσσω την προσωπικότητά μου με μεγαλύτερη αυτονομία, κρίση και υπευθυνότητα.

Τα σημερινά Δημόσια Σχολεία δεν στηρίζονται σ΄ αυτές τις αρχές. Το παραδοσιακό σύστημα Παιδείας δεν έχει αντιληφθεί αυτήν την σύνθετη πραγματικότητα που κατέστησε αναγκαία τη “διαβίου παιδεία” αλλά και αναχρονιστική την παραδοσιακή δυϊστική αντίληψη περί θεωρητικής και πρακτικής, ανθρωπιστικής και τεχνικής παιδείας, επιτάσσοντας τη διαλεκτική και συνθετική υπέρβασή της.

Σαν οικονομολόγος εκπαιδευτικός Δημόσιου Σχολείου, ο παραδοσιακός τρόπος εκπαίδευσης των μαθημάτων μου (Οικονομία) στο Λύκειο, δεν έχει πια αποτελέσματα. Τα προγράμματα σπουδών των σχολείων είναι στατικά και αναχρονιστικά Οι επιχειρήσεις πρέπει να είναι παρούσες εντός των σχολείων. Διότι αφενός τα σχολεία θα κερδίσουν από αυτές, γιατί μπορούν να επηρεάσουν θετικά τα προγράμματα διδασκαλίας, καθιστώντας βαρύνουσες τις δράσεις πρακτικής άσκησης, αφετέρου οι επιχειρήσεις έχουν τη δυνατότητα μέσα από την ενημέρωση που θα προσφέρουν να κατευθύνουν την διδασκαλία προς την απόκτηση προσόντων, τα οποία θεωρούν καίρια για την αύξηση των προοπτικών απασχόλησης των νέων ανθρώπων.

Οι τομείς της βιομηχανίας, τεχνολογίας, βιοτεχνολογίας, πληροφορικής, τουρισμού, συγκοινωνιών, διοίκησης και υπηρεσιών, της παιδείας, πολιτισμού και των τεχνών αλλά και ευρύτερο φάσμα οργανωμένων επαγγελματικών δραστηριοτήτων, καθοριστικών για το μέλλον της δικής μας οικονομίας, όπως οικολογικές καλλιέργειες, ιχθυοκαλλιέργειες, κλπ μπορούν να καλύψουν τη συνεργασία αυτή, σε επίπεδο ενεργούς μαθητείας, “βλέπω, μαθαίνω, κάνω”.

Είναι εύκολο αυτό με το δεδομένο σύστημα εισαγωγής στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση; Όχι βέβαια! Η διασύνδεση Επιχείρησης-Λυκείου θα πρέπει να προσμετράται (μόρια) και αν προσμετράται, ποιος θα την αξιολογεί για να είναι έγκυρη και αντικειμενική;

Υπάρχουν πάντως ήδη προγράμματα όπως το Comenius και Socrates των οποίων οι δυνατότητες σε μεγάλο βαθμό μένουν αναξιοποίητες, με συνέπεια τη μη ανταγωνιστική λειτουργία της εκπαίδευσής μας, αφού η δομή των σχολείων μας αλλά και οι ανελαστικές υποχρεώσεις των εκπαιδευτικών το απαγορεύουν.

Τα Τεχνικά και Επαγγελματικά Εκπαιδευτήρια πρέπει να αποκτήσουν την υπόσταση του ονόματός τους και τα Ενιαία Λύκεια να βρουν το δρόμο τους για να μην παραμείνουν εξουθενωτικοί προθάλαμοι της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης.

Το κίνητρο όμως για να αλλάξει κάτι είναι ότι τα σημερινά παιδιά μας, πρέπει να είναι εφοδιασμένα με τις κατάλληλες δεξιότητες, για να σταθούν όρθια, στον παγκοσμιοποιημένο στίβο της ζωής. Εμπλεκόμενοι παράγοντες είμαστε όλοι: Πολιτεία, εκπαιδευτικοί, επιχειρήσεις, γονείς, αν θέλουμε να ψάξουμε και να αξιοποιήσουμε τον πνευματικό δυναμισμό του λαού μας, σαν πρωταρχικό όρο της ανταγωνιστικής μας παρουσίας στο παγκοσμιοποιούμενο διεθνές περιβάλλον.

Συμπέρασμα

Η χρήση της σύγχρονης τεχνολογίας στην οργάνωση και διοίκηση της σχολικής μονάδας, στην εκπαιδευτική διαδικασία, η διαβίου εκπαίδευση για την επιμόρφωση των εκπαιδευτικών αλλά και η ενημέρωση των γονέων, μια και οι ίδιοι θα υποστηρίζουν αυτή τη συνολική προσπάθεια, είναι αναγκαιότητα για να επιδιώξουμε τα μορφωτικά αγαθά που αντιστοιχούν στις απαιτήσεις των καιρών μας.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

3. Βιβλιογραφία

-Βεργίδης, Δ., Λιοναράκης, Α., Λυκουργιώτης, Α., Μακράκης, Β., Ματραλής, Χ.,

(1999). Ανοικτή και εξ αποστάσεως εκπαίδευση (Θεσμοί και λειτουργίες) Τόμος Α΄

Πάτρα

-Race, P. (1999). Το Εγχειρίδιο της Ανοικτής Εκπαίδευσης Έκδοση: Μεταίχμιο

-Ρέντινγκ, Β.(2000). Συνέντευξη στον Οικονομικό Ταχυδρόμο 17-2-2000

-Τάσιος, Θ., (2000). Αφιέρωμα, Εφημερίδα “Ελευθεροτυπία” 27-5-2000

-Τσαμασφύρος, Γ., (2000). Αφιέρωμα, Εφημερίδα “Ελευθεροτυπία” 27-5-2000

Ηλεκτρονική Διεύθυνση:

http://www.unipi.gr