Εργασία 1η

Η φυσιογνωμία της ανοικτής και

εξ αποστάσεως εκπαίδευσης και

οι εφαρμογές της στη προσχολική αγωγή

 

 

 

 

 

 

 

 

 

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Η μόρφωση είναι δικαίωμα όλων των ανθρώπων καθ' όλη τη διάρκεια της ζωής τους. Δυστυχώς τα παραδοσιακά συστήματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης δεν έχουν τη δυνατότητα να καλύψουν την όλο και μεγαλύτερη ζήτηση του μέσου πολίτη για περαιτέρω μόρφωση και γνώση.

Για να ικανοποιηθούν οι απαιτήσεις όλο και περισσότερων ανθρώπων για δεύτερη ευκαιρία στην εκπαίδευση δημιουργήθηκε ένας νέος θεσμός, ο θεσμός της ανοικτής εκπαίδευσης.

Στόχος της εργασίας αυτής είναι να συνοψίσει τα χαρακτηριστικά της ανοικτής εκπαίδευσης συσχετίζοντας τις ομοιότητες και τις διαφορές ενός παραδοσιακού τριτοβάθμιου ιδρύματος και ενός τριτοβάθμιου ιδρύματος ανοικτής εκπαίδευσης. Παράλληλα η εργασία αυτή στοχεύει να αναγνωρίσει τις εκπαιδευτικές ανάγκες της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης που καλύπτονται μέσω της ανοικτής και εξ αποστάσεως εκπαίδευσης.

ΑΙΤΙΑ ΕΜΦΑΝΙΣΗΣ ΤΗΣ ΑΝΟΙΚΤΗΣ ΚΑΙ ΕΞ ΑΠΟΣΤΑΣΕΩΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ

Οι οικονομικές, κοινωνικές και τεχνολογικές αλλαγές που σηματοδοτούν την κοινωνία τον τελευταίο αιώνα καθιστούν αναγκαία την εδραίωση του θεσμού της ανοικτής εκπαίδευσης. Ο εκσυγχρονισμός της οικονομίας, η είσοδος των γυναικών στην αγορά εργασίας, η γήρανση του εργατικού δυναμικού και ο ταχύς ρυθμός ανάπτυξης της επιστήμης και τεχνολογίας συντελούν στην ανάγκη για διαρκή επιμόρφωση των εργαζομένων. Παράλληλα ένας ολοένα και μεγαλύτερος αριθμός πτυχιούχων αναζητά μια μορφή ανοικτής εκπαίδευσης προκειμένου να εξειδικευτεί σε συγκεκριμένους τομείς. Οι ποικίλες αυτές ανάγκες συντελούν στην εμφάνιση και εδραίωση του θεσμού της ανοικτής εκπαίδευσης.

ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ

Η μέθοδος της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης έκανε την εμφάνισή της στα τέλη του 19ου αιώνα. Οι κοινωνικές αλλαγές συνέβαλαν στη δημιουργία του θεσμού της Εκπαίδευσης Μερικής Παρακολούθησης όπου ο σπουδαστής δεν ήταν υποχρεωμένος να είναι συνεχώς παρών στο ίδρυμα όπου φοιτούσε. Αυτός ο θεσμός ήταν ο προάγγελος της ανοικτής εκπαίδευσης. Στη συνέχεια κάποια πανεπιστήμια ξεκίνησαν προγράμματα μέσω αλληλογραφίας. Στις αρχές του 20ου αιώνα ξεκίνησαν προγράμματα εξ αποστάσεως εκπαίδευσης σε μη πανεπιστημιακό επίπεδο ενώ λίγο αργότερα έκαναν την εμφάνισή τους κάποια προγράμματα επιμόρφωσης από το Ραδιόφωνο. Στη σύγχρονη εποχή οι νέες τεχνολογίες και η ανάγκη "δια βίου εκπαίδευσης" συνέβαλαν στην εξάπλωση της ανοικτής εκπαίδευσης σε παγκόσμιο επίπεδο. Ανοικτά πανεπιστήμια λειτουργούν σε αρκετές χώρες ενώ το Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο ιδρύθηκε το 1992.

ΟΜΟΙΟΤΗΤΕΣ ΚΑΙ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΜΕΤΑΞΥ ΕΝΟΣ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΤΡΙΤΟΒΑΘΜΙΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΕΝΟΣ ΤΡΙΤΟΒΑΘΜΙΟΥ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ ΑΝΟΙΚΤΗΣ ΚΑΙ ΕΞ ΑΠΟΣΤΑΣΕΩΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ

Υπάρχουν σημαντικές ομοιότητες και διαφορές ανάμεσα σε ένα παραδοσιακό εκπαιδευτικό ίδρυμα και σε ένα ίδρυμα ανοικτής εκπαίδευσης.

Όσον αφορά τις ομοιότητες και τα δύο ιδρύματα καλύπτουν τους ίδιους πρωταρχικούς σκοπούς: την ανάγκη των ανθρώπων για μόρφωση. Και τα 2 ιδρύματα απονέμουν τίτλους αναγνωρισμένους από το κράτος (πτυχία, μεταπτυχιακά). Υπάρχει επίσης δυνατότητα για εκπόνηση διδακτορικών διατριβών και παροχή υποτροφιών. Και στις 2 περιπτώσεις υπάρχει επαφή διδασκόντων, διδασκομένων, δυνατότητα διακοπής σπουδών και δεύτερη ευκαιρία σε περίπτωση αποτυχίας. Οι φοιτητές έχουν πρόσβαση σε βιβλιοθήκες, γράφουν εργασίες ενώ υπάρχει και η δυνατότητα πρακτικής εργαστηριακής εξάσκησης.

Οι περιορισμοί του παραδοσιακού συστήματος τριτοβάθμιας εκπαίδευσης δημιουργούν κάποιες σημαντικές διαφορές μεταξύ των 2 συστημάτων εκπαίδευσης. Διαφορές που σχετίζονται κυρίως με την εισαγωγή των φοιτητών στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, με την ηλικία των φοιτητών, τον αριθμό εισακτέων, το χώρο φοίτησης, το υλικό μάθησης, το ρόλο διδασκόντων και τέλος την οργάνωση των σπουδών.

Αναλυτικότερα οι ομοιότητες μεταξύ των δύο εκπαιδευτικών ιδρυμάτων είναι οι εξής:

Το σημαντικότερο κοινό στοιχείο είναι ότι και τα παραδοσιακά ιδρύματα εκπαίδευσης και τα ιδρύματα εξ αποστάσεως εκπαίδευσης καλούνται να εκπληρώσουν τον ίδιο πρωταρχικό σκοπό. Την ανάγκη ενός ολοένα και αυξανόμενου αριθμού ατόμων για μάθηση και γνώση. Οι οικονομικές εξελίξεις των τελευταίων ετών, η φυσιογνωμία της κοινωνίας που συνεχώς μεταβάλλεται και οι νέες τεχνολογίες είναι παράγοντες που συνέβαλαν στην ανάγκη όλο και περισσότερων ατόμων για φοίτηση σε τριτοβάθμια εκπαιδευτικά ιδρύματα.

Και τα 2 ιδρύματα παρέχουν στους φοιτητές τους ύστερα από επιτυχή φοίτηση ισότιμους τίτλους σπουδών όπως πτυχία, μεταπτυχιακούς τίτλους και διδακτορικά διπλώματα. Επίσης προσφέρουν υποτροφίες και οικονομική στήριξη σε μια μερίδα σπουδαστών που δεν μπορούν να καλύψουν τα έξοδα των σπουδών τους. Οι υποτροφίες λειτουργούν ως κίνητρο για επιβράβευση των πιο επιμελών.

Το κοινό σημείο όσον αφορά τη λειτουργία των 2 ιδρυμάτων είναι ότι και στις 2 περιπτώσεις υπάρχει η δυνατότητα διακοπής σπουδών για ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα (στο Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο η διακοπή μπορεί να είναι ως και 3 χρόνια) και η συνέχιση των σπουδών μετά το τέλος της διακοπής.

Υπάρχουν σημαντικοί παράγοντες που μπορεί να αναγκάσουν έναν φοιτητή να διακόψει τις σπουδές του. Θα ήταν άδικο η αδυναμία παρακολούθησης σπουδών για ένα συγκεκριμένο διάστημα να σημαίνει τη διαγραφή του φοιτητή από τα μητρώα της Σχολής. Μετά τη διακοπή και στα δύο ιδρύματα οι φοιτητές μπορούν να συνεχίσουν τις σπουδές τους από το σημείο που τις εγκατέλειψαν.

Παράλληλα σε περίπτωση αποτυχίας στις εξετάσεις κάποιου μαθήματος ή θεματικής ενότητας υπάρχει η δυνατότητα δεύτερης προσπάθειας. Δεν είναι δυνατόν ο κάθε φοιτητής να κρίνεται μια φορά και αυτή η προσπάθεια να καθορίζει τη μετέπειτα πορεία και εξέλιξή του. Το γεγονός της "απαγόρευσης αποτυχίας" στις εξετάσεις μπορεί να λειτουργήσει ως ανασταλτικός παράγοντας και να οδηγήσει έναν προετοιμασμένο φοιτητή σε παταγώδη αποτυχία. Ο κάθε φοιτητής οφείλει να έχει "δεύτερη ευκαιρία" στις εξετάσεις. Βέβαια στα ιδρύματα ανοικτής εκπαίδευσης οι μετέπειτα προσπάθειες είναι περιορισμένες. - Στο Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο υπάρχει μια δεύτερη ευκαιρία σε περίπτωση αποτυχίας και μετά επανάληψη της θεματικής ενότητας - γιατί οι τελικές εξετάσεις δεν είναι ο μοναδικός τρόπος αξιολόγησης των φοιτητών.

Παράλληλα και οι φοιτητές σε ένα παραδοσιακό τριτοβάθμιο ίδρυμα εκπαίδευσης και οι φοιτητές ενός ιδρύματος ανοικτής και εξ αποστάσεως εκπαίδευσης έχουν πρόσβαση σε βιβλιοθήκες που βρίσκονται στο χώρο του πανεπιστημίου. Στις βιβλιοθήκες οι φοιτητές αναζητούν πηγές και μελετούν το έντυπο υλικό τους, προκειμένου να προετοιμαστούν για τις εξετάσεις τους και να συλλέξουν υλικό για τις γραπτές εργασίες που πρέπει να εκπονήσουν.

Επίσης και στα 2 είδη ιδρυμάτων κυρίως στις θετικές σχολές υπάρχουν εργαστηριακά τμήματα όπου οι φοιτητές εφαρμόζουν στην πράξη τα γνωστικά δεδομένα. Έχουν τη δυνατότητα να προσεγγίζουν τη γνώση εμπειρικά, να πειραματίζονται, να γενικεύουν, να εκλέγουν συμπεράσματα.

Εξάλλου όλοι οι φοιτητές έχουν δικαίωμα να προχωρήσουν πέρα από τις γνώσεις που προσφέρει το πρόγραμμα που επιλέγουν. Μπορούν να προάγουν και να ασκούν την κριτική τους σκέψη, παράγοντας επιστημονική έρευνα γεγονός που γίνεται εφικτό και στην παραδοσιακή και στην ανοικτή εκπαίδευση.

Όλοι οι φοιτητές έχουν τη δυνατότητα να πραγματοποιήσουν γραπτές εργασίες. Στην παραδοσιακή όμως εκπαίδευση οι εργασίες ανταποκρίνονται στην επιλογή και στην επιθυμία του φοιτητή ενώ στην ανοικτή εκπαίδευση οι γραπτές εργασίες αποτελούν μορφή και τρόπο αξιολόγησης. Οι φοιτητές εκπονούν τις εργασίες ενώ οι καθηγητές σύμβουλοι τις διορθώνουν διεξοδικά, προσφέροντας σημαντική ανατροφοδότηση στον κάθε φοιτητή.

Κάποια σημεία κοινά των 2 ιδρυμάτων λειτουργούν με διαφορετικό τρόπο. Οι γραπτές εξετάσεις στο τέλος ενός εξαμηνιαίου μαθήματος ή κάποιας θεματικής ενότητας και η βαθμολόγηση από τον καθηγητή είναι γεγονός κοινό και στις δύο περιπτώσεις. Η διαφορά βρίσκεται στο γεγονός ότι σ' ένα παραδοσιακό σύστημα εκπαίδευσης η βαθμολόγηση που δέχεται ο φοιτητής είναι η μοναδική και κύρια μορφή αξιολόγησης ενώ σε ένα ίδρυμα ανοικτής εκπαίδευσης η βαθμολόγηση των γραπτών είναι μέρος της αξιολόγησης που δέχεται ο φοιτητής από τον καθηγητή σύμβουλο. Η αξιολόγηση πραγματοποιείται εν μέρει μέσω της βαθμολόγησης των γραπτών αλλά κυρίως μέσα από την εκπόνηση εργασιών που καλείται ο φοιτητής να παραδώσει στον καθηγητή σύμβουλο σε συγκεκριμένο χρονικό διάστημα.

Και στις 2 περιπτώσεις υπάρχει επαφή και επικοινωνία μεταξύ διδασκόντων διδασκομένων. Δεν νοείται παιδεία χωρίς την ύπαρξη καθοδήγησης από κάποιον ειδικό ο οποίος να υποστηρίζει τους φοιτητές του, να τους αξιολογεί, να τους ενθαρρύνει. Στα παραδοσιακά ιδρύματα εκπαίδευσης οι φοιτητές επικοινωνούν με τους καθηγητές τους μέσω των παραδόσεων ενώ στα ιδρύματα ανοικτής εκπαίδευσης οι φοιτητές επικοινωνούν με τους καθηγητές συμβούλους. Βέβαια η μορφή επικοινωνίας είναι διαφορετική στα δύο είδη ιδρυμάτων.

Οι περιορισμοί των παραδοσιακών τριτοβάθμιων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων δημιουργούν σημαντικές διαφορές μεταξύ ενός ιδρύματος ανοικτής εκπαίδευσης και ενός Ελληνικού τριτοβάθμιου εκπαιδευτικού ιδρύματος.

Για να εισαχθεί κάποιος σε ένα παραδοσιακό τριτοβάθμιο ίδρυμα απαιτείται η ύπαρξη ανταγωνιστικών εξετάσεων όπου ο καθένας πρέπει να αποδείξει εκ των προτέρων ότι μπορεί να μελετήσει το γνωστικό αντικείμενο. Αντίθετα στα ιδρύματα ανοικτής εκπαίδευσης εισάγεται κάποιος χωρίς να είναι αναγκασμένος να δώσει εξετάσεις. Για να προετοιμαστεί κάθε φοιτητής έχει δυνατότητα να παρακολουθήσει κάποια εισαγωγικά βοηθητικά μαθήματα που του προσφέρονται.

Στην ανοικτή εκπαίδευση χρησιμοποιείται ως μέθοδος διδασκαλίας το σύστημα της "εκπαίδευσης από απόσταση" όπου ο κάθε φοιτητής καθορίζει από μόνος του τον τόπο, το χρόνο και το ρυθμό μελέτης του. Η μελέτη γίνεται στο σπίτι του, σε βιβλιοθήκες, στο χώρο εργασίας του χωρίς να είναι υποχρεωμένος να παραβρίσκεται στις αίθουσες διδασκαλίας σε συγκεκριμένο χρονικό διάστημα κερδίζοντας πολύτιμο χρόνο και περιορίζοντας τα έξοδα μετακίνησης. Βέβαια το μειονέκτημα είναι ότι στην ανοικτή εκπαίδευση απουσιάζει η αμφίδρομη επικοινωνία διδασκομένων μεταξύ τους. Η ανταλλαγή απόψεων, η συζήτηση, η μελέτη των υπόλοιπων φοιτητών ως μέτρο σύγκρισης της προσωπικής πορείας διαβάσματος αποτελούν μειονεκτήματα τα οποία καλύπτονται από το ειδικό εκπαιδευτικό υλικό που συνοδεύει τα προγράμματα ανοικτής εκπαίδευσης. Επίσης όταν η ανοικτή εκπαίδευσης μπορεί να συνδυαστεί με ομαδικές συμβουλευτικές συναντήσεις στα τοπικά κέντρα σπουδών που βρίσκονται πλησίον του, μέρους διαμονής του κάθε φοιτητή, ο καθένας κερδίζει χρόνο στις μετακινήσεις ενώ έχει τη δυνατότητα να επικοινωνήσει με τους υπόλοιπους συμφοιτητές του.

Το γεγονός που χαρακτηρίζει την ανοικτή εκπαίδευση και λείπει από την παραδοσιακή είναι το αίσθημα των εκπαιδευόμενων για κάθε νέα ικανότητα που αναπτύσσουν, ότι δεν την αναπτύσσουν παθητικά από κάποιον άλλον, ότι μαθαίνουν από τις δικές τους δυνάμεις. Έτσι αποκτούν το αίσθημα της ιδιοκτησίας της γνώσης.

Παράλληλα στην ανοικτή εκπαίδευση ο κάθε διδασκόμενος καθορίζει ο ίδιος το ρυθμό του διαβάσματός του, συνδυάζοντας τη μελέτη με τις υπόλοιπες υποχρεώσεις (οικογένεια, εργασία) χωρίς να βρεθεί στο δίλημμα να θυσιάσει μια επιλογή σε βάρος μιας άλλης. Βέβαια εξαιτίας της έλλειψης άμεσης πίεσης υπάρχει ο κίνδυνος αδυναμίας οργάνωσης του διαβάσματος και έλλειψη συνέπειας στις υποχρεώσεις (εργασίες, γραπτές εξετάσεις κ.λπ.). Ο κάθε διδασκόμενος οφείλει να ακολουθεί το χρονοδιάγραμμα μελέτης και να τηρεί τις ημερομηνίες που καθορίζει ο οδηγός σπουδών.

Ένας άλλος παράγοντας που διαφοροποιεί ένα ίδρυμα ανοικτής εκπαίδευσης από ένα παραδοσιακό ίδρυμα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης είναι το ίδιο μαθησιακό υλικό. Σε ένα παραδοσιακό ίδρυμα εκπαίδευσης το υλικό περιορίζεται κυρίως σε εκπαιδευτικά βιβλία ενώ στην ανοικτή εκπαίδευση το έντυπο υλικό περιλαμβάνει βιβλία και εγχειρίδια, οδηγούς μελέτης, χάρτες, άρθρα εφημερίδων. Τα τελευταία χρόνια συνοδεύεται από μια μεγάλη ποικιλία λογισμικού και οπτικο-ακουστικού υλικού όπως ηχογραφήσεις, ραδιοφωνικές εκπομπές, slides, βιντεοκασέτες, τηλεοπτικές εκπομπές, πρόγραμμα εκπαίδευσης με Η/Υ κ.ά. Το υλικό παίζει καθοριστικό ρόλο στην ανοικτή εκπαίδευση αφού ο σπουδαστής από τη στιγμή που εκπαιδεύεται από απόσταση εξαρτάται πολύ περισσότερο από το εκπαιδευτικό υλικό, από τους σπουδαστές μιας παραδοσιακής μορφής εκπαίδευσης. Γι αυτό το λόγο το υλικό που χρησιμοποιείται στην ανοικτή εκπαίδευση είναι ειδικά σχεδιασμένο από συγκεκριμένη ομάδα ειδικών.

Το ειδικό αυτό υλικό στοχεύει να βοηθήσει τον φοιτητή να μάθει μόνος του, χωρίς να βασίζεται στην παρουσία του καθηγητή. Είναι σχεδιασμένο με τέτοιο τρόπο ώστε επιτρέπει στον φοιτητή να κατακτά τη γνώση εμπειρικά. Στην αρχή παραθέτονται οι στόχοι, τα προσδοκώμενα αποτελέσματα ώστε να έχουν οι διδασκόμενοι μια σαφή ιδέα για το τι θα γνωρίσουν στο τέλος του μαθήματος. Οι ιδέες διατυπώνονται απλά, χρησιμοποιούνται αρκετά παραδείγματα ώστε οι γνώσεις να γίνουν εύκολα κατανοητές. Το ύφος είναι φιλικό, ο συγγραφέας γίνεται "εγώ" και οι εκπαιδευόμενοι "εσείς". Ο σπουδαστής μαθαίνει πράττοντας ασκώντας την κριτική του σκέψη μέσω δραστηριοτήτων τις οποίες στο τέλος κάθε κεφαλαίου καλείται να αναπτύξει.

Παράλληλα στο τέλος κάθε κεφαλαίου ο κάθε φοιτητής μπορεί να αξιολογήσει την πορεία της μελέτης του μέσω ασκήσεων αυτοαξιολόγησης. Μέσω της ανατροφοδότησης που λαμβάνει από το ίδιο το υλικό, ελέγχει τις γνώσεις που έχει κατακτήσει και διορθώνει το λάθος που έπραξε συνειδητοποιώντας το, χωρίς να εκτίθεται δημόσια και να αισθάνεται άσχημα γι αυτό. Έτσι οι φοιτητές αποκτούν αυτοπεποίθηση αφού κατακτούν τη γνώση ενεργητικά. Η περίληψη που συνοδεύει κάθε κεφάλαιο συμβάλλει ώστε ο κάθε φοιτητής να αφομοιώνει όσα έμαθε και να ανατρέχει σ' αυτά όταν χρειάζεται. Στο τέλος κάθε εγχειριδίου υπάρχουν κενές σελίδες για σημειώσεις.

Παρόλο που στην ανοιχτή εκπαίδευση είναι έντονη η έλλειψη διδάσκοντα το υλικό είναι φτιαγμένο με τέτοιο τρόπο ώστε ο καθένας μαθαίνει, κατανοεί, αξιολογείται και διορθώνει τα λάθη του από μόνος του. Αντίθετα στην παραδοσιακή εκπαίδευση τα πράγματα είναι διαφορετικά. Ο κάθε φοιτητής καλείται να αντιμετωπίσει τα εγχειρίδια του κάθε διδάσκοντα παθητικά, μαθαίνοντας μόνο τις πληροφορίες που του παρέχονται, κατακτώντας τη γνώση επιφανειακά αφού δεν έχει τη δυνατότητα να προσεγγίσει το υλικό κριτικά και να εμβαθύνει σ' αυτό. Δεν υπάρχουν ασκήσεις αυτοαξιολόγησης - οι οποιεσδήποτε ασκήσεις που υπάρχουν στα παραδοσιακά εγχειρίδια δίνουν μόνο απαντήσεις. Ο κάθε συγγραφέας μεταδίδει στείρα γνώση, χρησιμοποιώντας ύφος απρόσωπο αδιαφορώντας αν οι φοιτητές κατανοούν όσα γράφονται στα βιβλία.

Σε ένα παραδοσιακό ίδρυμα πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης, το υλικό κυρίως έντυπο εκπονείται από τον ίδιο τον συγγραφέα. Αντίθετα σε ένα ίδρυμα ανοικτής εκπαίδευσης η σημαντικότητα του υλικού, αφού ο σπουδαστής βασίζεται κυρίως σ' αυτό, συνέβαλε στη διαμόρφωση του από μια ομάδα έμπειρων συγγραφέων, ειδικών στην εκπαίδευση από απόσταση και ειδικών στην παραγωγή διάφορων μορφών υλικού. Ένας φοιτητής του Ανοικτού Πανεπιστημίου δεν μπορεί να μελετήσει με παραδοσιακά εγχειρίδια. Χρειάζεται ειδικά διαμορφωμένο υλικό εξαιτίας του ειδικού χαρακτήρα της εκπαίδευσης. Στόχος της ομάδας αυτής είναι να δημιουργήσουν κατάλληλο υλικό εύχρηστο στον κάθε σπουδαστή. Το μειονέκτημα είναι το υψηλό κόστος του υλικού αφού μεσολαβούν πολλά άτομα.

Παράλληλα ενώ σε ένα παραδοσιακό ίδρυμα ο κάθε φοιτητής προμηθεύεται το υλικό από συγκεκριμένες περιοχές (το γραφείο του καθηγητή, ένα συγκεκριμένο βιβλιοπωλείο) στην εκπαίδευση από απόσταση το υλικό αφού συνταχθεί και φυλαχθεί στις αποθήκες του ιδρύματος, στέλνεται στους φοιτητές είτε συνολικά - καλύτερα να αποφεύγεται αυτός ο τρόπος αποστολής γιατί υπάρχει κίνδυνος αποθάρρυνσης των φοιτητών - είτε τμηματικά σε καθορισμένες ημερομηνίες είτε τμηματικά ανάλογα με την πρόοδο του φοιτητή. Αυτός είναι ο καταλληλότερος τρόπος αποστολής γιατί εξαλείφει τον κίνδυνο αποθάρρυνσης αφού αποστέλλονται οι θεματικές ενότητες ανάλογα με το ρυθμό μελέτης του κάθε φοιτητή.

Στα παραδοσιακά τριτοβάθμια εκπαιδευτικά ιδρύματα κάθε τμήμα σχολής προσφέρει τους σπουδαστές ένα πτυχίο καθώς και ένα μικρό αριθμό μεταπτυχιακών προγραμμάτων μέσω παρακολούθησης εξαμηνιαίων μαθημάτων. Αντίθετα στην ανοικτή εκπαίδευση ισχύει το αρθρωτό σύστημα. Βασική του μονάδα αποτελεί η θεματική ενότητα. Κάθε θεματική ενότητα έχει δεδομένη διάρκεια και αντιστοιχεί σε 2 εξαμηνιαία μαθήματα. Η κάθε θεματική ενότητα καλύπτει ένα γνωστικό αντικείμενο σε προπτυχιακό ή μεταπτυχιακό επίπεδο. Συνδυασμός θεματικών ενοτήτων οδηγεί σε προγράμματα σπουδών που καταλήγουν στη λήψη πτυχίων, μεταπτυχιακών, πιστοποιητικών μεταπτυχιακής επιμόρφωσης κ.λπ. Η οργάνωση των σπουδών στην ανοικτή εκπαίδευση γίνεται ευκολότερη με το αρθρωτό σύστημα αφού υπάρχει κέρδος χρόνου, λιγότερα μαθήματα, λιγότεροι διδάσκοντες και λιγότερες εξετάσεις. Κάθε φοιτητής επιλέγει τις θεματικές ενότητες που τον ενδιαφέρουν καθορίζοντας τη μορφωτική του φυσιογνωμία αφού μπορεί να συμπεριλάβει στο γνωστικό του αντικείμενο θεματικές ενότητες άλλων σχολών. Μπορεί επίσης κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις να αλλάξει κύκλο σπουδών. Σε γενικές γραμμές το αρθρωτό σύστημα καθιστά την ανοικτή εκπαίδευση πιο ευέλικτη από την παραδοσιακή αφού ο κάθε φοιτητής ανάλογα με τα ενδιαφέροντά του κάνει τις επιλογές του διαμορφώνοντας τη μορφωτική του φυσιογνωμία.

Παρ' όλο που δεν είναι ορατό με την πρώτη ματιά η επικοινωνία μεταξύ καθηγητή συμβούλου και φοιτητή είναι ουσιαστικότερη σε σύγκριση με αυτή καθηγητή και φοιτητή σε ένα παραδοσιακό τριτοβάθμιο ίδρυμα εκπαίδευσης. Σε ένα παραδοσιακό ίδρυμα ο καθηγητής διδάσκει ex cathedras σε ένα αχανές κοινό φοιτητών χωρίς να είναι εφικτή η οποιαδήποτε αμφίδρομη επικοινωνία και προσέγγιση. Αντίθετα το ίδιο το σύστημα της εκπαίδευσης από απόσταση, όπου ο κάθε εκπαιδευόμενος καθορίζει το διάβασμά του, χωρίς επίβλεψη διδάσκοντα, καθιστά αναγκαία την ύπαρξη συχνής και εποικοδομητικής συνεργασίας μεταξύ καθηγητή συμβούλου και εκπαιδευόμενου. Ο ρόλος του συμβούλου είναι περισσότερο καθοδηγητικός. Ο σπουδαστής επειδή βρίσκεται μακριά από τον καθηγητή χρειάζεται ψυχολογική ενθάρρυνση ώστε να μην απογοητευτεί και εγκαταλείψει τις σπουδές του. Ο καθηγητής σύμβουλος έχει χρέος να εμψυχώνει και να υποστηρίζει τους φοιτητές του μέσα από συχνή επικοινωνία. Χρησιμοποιούνται ευρέως τα παραδοσιακά μέσα επικοινωνίας όπως η αλληλογραφία, το τηλέφωνο καθώς και η προσωπική επαφή μέσω ομαδικών συμβουλευτικών συναντήσεων.

Πρόσφατα αρχίζουν και χρησιμοποιούνται ο νέες τεχνολογίες και τα πολυμέσα όπως fax, ηλεκτρονικό ταχυδρομείο και Internet.

Όσον αφορά την αξιολόγηση σε ένα παραδοσιακό τριτοβάθμιο ίδρυμα εκπαίδευσης ο καθηγητής αξιολογεί την πρόοδο των φοιτητών από τις γραπτές εξετάσεις. Σε ένα ίδρυμα ανοικτής εκπαίδευσης ο φοιτητής σε τακτά χρονικά διαστήματα πρέπει να παραδώσει συγκεντρωμένο αριθμό εργασιών τις οποίες διορθώνει ο καθηγητής - σύμβουλος, τις αξιολογεί και τις επιστρέφει στον φοιτητή διορθωμένες, σε σύντομο χρονικό διάστημα, φυλάσσοντας αντίγραφα των εργασιών στα αρχεία του πανεπιστημίου. Ο φοιτητής λαμβάνοντας την εργασία συνειδητοποιεί τα λάθη του κατανοώντας τις παραλείψεις του και έτσι αξιολογείται με τρόπο ουσιαστικό. Λαμβάνει περισσότερα από ένα ξερό και απρόσωπο βαθμό. Στο τέλος κάθε θεματικής ενότητας καλείται να δώσει εξετάσεις. Η βαθμολόγηση των εξετάσεων αποτελεί και αυτή μέρος της αξιολόγησης.

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΕΣ ΑΝΑΓΚΕΣ ΤΗΣ ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΠΟΥ ΚΑΛΥΠΤΟΝΤΑΙ ΜΕΣΩ ΤΗΣ ΑΝΟΙΚΤΗΣ ΚΑΙ ΕΞ ΑΠΟΣΤΑΣΕΩΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ

Παρ' όλο που η εκπαίδευση από απόσταση μπορεί να λειτουργήσει σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης, στην προσχολική αγωγή υπάρχουν σημαντικοί περιορισμοί κυρίως εξαιτίας της ηλικίας των εκπαιδευόμενων προνήπια και νήπια ηλικίας 4-6 ετών. Πρωταρχικός στόχος της προσχολικής αγωγής σύμφωνα με το αναλυτικό πρόγραμμα του Υπουργείου Παιδείας είναι η κοινωνικοποίηση. Στόχος του νηπιαγωγείου είναι μέσω της καθημερινής επαφής των νηπίων η δημιουργία διαπροσωπικών σχέσεων που βοηθούν στη βαθμιαία και αρμονική ένταξη των νηπίων στην κοινωνική ζωή. Αφού το σχολικό περιβάλλον λειτουργεί ως πεδίο κοινωνικοποίησης, στην προσχολική εκπαίδευση δεν μπορεί να εφαρμοστεί η εξ αποστάσεως εκπαίδευση. Παράλληλα στην προσχολική αγωγή είναι αναγκαία και αναντικατάστατη η παρουσία του ενήλικα δασκάλου που δρα ως μεσολαβητής, μεσάζοντας των παιδιών με τον κόσμο των ενηλίκων. Επίσης στο χώρο του νηπιαγωγείου δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί μάθηση μέσω χρήσης έντυπου υλικού. Σ' αυτή την ηλικία τα παιδιά αποκτούν γνώσεις εμπειρικά από το φυσικό και κοινωνικό περιβάλλον. Οι παραπάνω παράγοντες αποτρέπουν την πλήρη εφαρμογή της ανοικτής εκπαίδευσης στην προσχολική αγωγή. Υπάρχουν βέβαια εκπαιδευτικές ανάγκες που μπορούν να καλυφθούν με μεθόδους και εργαλεία της ανοικτής εκπαίδευσης.

Στην περίπτωση που γνώσεις από το φυσικό και κοινωνικό περιβάλλον είναι αδύνατον να κατακτηθούν εμπειρικά από το νήπιο (π.χ. τα ζώα της ζούγκλας) μπορούν να χρησιμοποιηθούν εργαλεία της Ανοικτής Εκπαίδευσης όπως το βίντεο όπου τα παιδιά έστω και τηλεοπτικά αποκτούν γνωστικά ερεθίσματα για θέματα που τα ενδιαφέρουν, τα οποία σε διαφορετικές περιπτώσεις θα ήταν μη προσεγγίσιμα.

Παράλληλα και ο ηλεκτρονικός υπολογιστής μπορεί να καλύψει σημαντικές ανάγκες στην προσχολική αγωγή. Κατάλληλα εκπαιδευτικά προγράμματα, προσαρμοσμένα στις ικανότητες και ανάγκες των παιδιών μπορούν να προσφέρουν γνώσεις και δεξιότητες με τη μορφή παιχνιδιού σε θέματα που δεν μπορούν να προσεγγίσουν τα παιδιά εμπειρικά π.χ. ένα εκπαιδευτικό πρόγραμμα T. Rex Tyrannosaurus πηγαίνει τα παιδιά εκατομμύρια χρόνια πίσω στην εποχή των δεινοσαύρων όπου πρέπει να φροντίσουν έναν συγκεκριμένο Τυρανόσαυρο με στόχο να τον διατηρήσουν στη ζωή.

Επίσης το βίντεο και ο Η/Υ μπορούν να λειτουργήσουν ως μέσα κοινωνικοποίησης φέρνοντας παιδιά από διαφορετικές περιοχές του κόσμου σε επαφή με απώτερο στόχο την επικοινωνία, τη γνωριμία και την ανάπτυξη φιλίας μεταξύ τους.

Μέσω ηλεκτρονικού υπολογιστή τα παιδιά της Ελλάδας μπορούν να στείλουν τις ζωγραφιές τους, τις κάρτες τους στα παιδιά της μακρινής Ασίας, ενώ μέσω βίντεο μαγνητοσκοπημένες εικόνες από την καθημερινή ζωή των παιδιών στο νηπιαγωγείο μπορούν να ταξιδέψουν σε διάφορες χώρες της Ευρώπης και να πληροφορήσουν τα παιδιά εκεί για τα ήθη και τα έθιμα της πατρίδας μας. Παράλληλα μέσω Η/Υ μπορούμε να στείλουμε τα περαστικά μας σε ένα συμμαθητή μας που είναι άρρωστος, ενώ μέσω βίντεο μπορούμε να τον ενημερώσουμε για το πως περάσαμε τη μέρα μας. Αναγκαία προϋπόθεση είναι η καθοδήγηση από ενήλικα όσον αφορά το χειρισμό του Η/Υ.

Παράλληλα ο Η/Υ μπορεί να συντελέσει αποτελεσματικά στην εκπαίδευση παιδιών με ειδικές ανάγκες μέσω κατάλληλων εκπαιδευτικών προγραμμάτων π.χ. η μέθοδος Bliss που βασίζεται σ' ένα διεθνές σύστημα συμβόλων μεταμορφώνεται σε μέσο επικοινωνίας μεταξύ των παιδιών αυτών και του περιβάλλοντός τους.

Επίσης εκτός από τις εκπαιδευτικές ανάγκες του χώρου του νηπιαγωγείου η ανοικτή εκπαίδευση μπορεί να καλύψει ανάγκες των ίδιων των διδασκόντων στους χώρους της προσχολικής αγωγής π.χ. ανάγκες για επιμόρφωση. Ο κάθε εκπαιδευτικός της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης μπορεί να κανονίσει τη φυσιογνωμία των σπουδών του επιλέγοντας θεματικές ενότητες που τον ενδιαφέρουν και να οδηγηθεί στην απόκτηση πτυχίων και μεταπτυχιακών τίτλων.

ΣΥΝΟΨΗ

Συγκρίνοντας την ανοικτή με την παραδοσιακή εκπαίδευση συνειδητοποιούμε την υπεροχή της πρώτης απέναντι στη δεύτερη. Η ανοικτή εκπαίδευση είναι πιο προσιτή και πιο ευέλικτη γι αυτό και η εδραίωσή της είναι ζήτημα πρωταρχικής ανάγκης στη σύγχρονη εποχή. Καλύπτει εκπαιδευτικές ανάγκες σε όλους τους τομείς της εκπαίδευσης που ως τώρα αδυνατούσαν να τις καλύψουν οι παραδοσιακές μορφές εκπαίδευσης. Ο ιδρυματισμός δεν μπορεί να εκλείψει γιατί το σχολείο είναι διαχρονικός παραδοσιακός θεσμός, μπορεί όμως να ενισχυθεί μέσω της ανοιχτής και εξ αποστάσεως εκπαίδευσης. Ιδρύματα όπως το Ανοικτό Πανεπιστήμιο καλύπτουν ολοένα και αυξανόμενες απαιτήσεις για "δεύτερη ευκαιρία στη μόρφωση". Η ανοικτή εκπαίδευση είναι πρόκληση στη σημερινή εποχή. Το μέλλον ανήκει σ' αυτήν.

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Ανθούλιας Τάσος: Πληροφορική και εκπαίδευση. Αθήνα 1989.

Κασσωτάκης Μιχαήλ: Η αξιολόγηση της επιδόσεως των μαθητών. Αθήνα 1992.

Κουτσουβάνου Ευγενία: Μορφές και τρόποι εργασίας στο νηπιαγωγείο. Αθήνα 1990.

Παπάς Αθανάσιος: Σύγχρονη θεωρία και πράξη της παιδείας.

Αθήνα 1988.

PHIL RACE: Το εγχειρίδιο της Ανοικτής Εκπαίδευσης.

Αθήνα 1999.