ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ

ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ

 

“ΑΝΟΙΚΤΗ ΚΑΙ ΕΞ ΑΠΟΣΤΑΣΕΩΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ”

 

 

 

 

 

 

 

1η Γραπτή Εργασία

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

του Μπιζμπιάνου Θ. Μιλτιάδη

 

 

 

 

Ε ι σ α γ ω γ ή

Σκοπός της εργασίας είναι η συγκριτική μελέτη 2 διαφορετικών εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης: ενός παραδοσιακού Πανεπιστημίου ( π.χ. του Πανεπιστημίου των Πατρών στο οποίο φοίτησα) και του νέου Ελληνικού Ανοικτού Πανεπιστημίου.

Θα επιχειρηθεί να επισημανθούν οι ομοιότητες και οι διαφορές ανάμεσα σ’ αυτά τα δύο Εκπαιδευτικά Ιδρύματα καθώς και τα μειονεκτήματα και τα πλεονεκτήματά τους.

Επίσης θα προσδιοριστούν και θα αναπτυχθούν οι εκπαιδευτικές ανάγκες ενός μαθητή κι ενός καθηγητή Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης είτε εργάζεται σε Δημόσιο Σχολείο, είτε σε Ιδιωτικό Σχολείο, είτε στον Φροντιστηριακό χώρο.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Στο κείμενο αναλύονται αρχικά τα κυριότερα χαρακτηριστικά ενός παραδοσιακού Συστήματος Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης (ΑΕΙ) και του ΕΑΠ σαν αντιπροσωπευτικό δείγμα Ιδρύματος Ανοικτής Εκπαίδευσης, αφού το ΕΑΠ εκπληρώνει τα χαρακτηριστικά της.

Στη συνέχεια αναφέρονται οι ομοιότητες του ΕΑΠ με τα παραδοσιακά ΑΕΙ και αναλύονται οι διαφορές τους. Ταυτόχρονα γίνεται σύγκριση μεταξύ τους, σημείο προς σημείο.

Ακολούθως καταγράφονται οι τομείς της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης που δεν καλύπτονται καθόλου ή δεν καλύπτονται ολοκληρωτικά από τα παραδοσιακά συστήματα Εκπαίδευσης όλων των βαθμίδων.

Ταυτόχρονα προτείνονται τρόποι (εκπαιδευτικό υλικό, kits, Θ.Ε.) που θα μπορούσε το ΕΑΠ σε συνεργασία με το Υπουργείο Παιδείας και το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο να δημιουργήσει με στόχο τη βελτίωση της Παιδείας στη χώρα μας.

 

 

 

 

 

 

 

 

ΟΜΟΙΟΤΗΤΕΣ ΚΑΙ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΕΝΟΣ ΤΡΙΤΟΒΑΘΜΙΟΥ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ ΑΝΟΙΚΤΗΣ ΚΑΙ ΕΞ ΑΠΟΣΤΑΣΕΩΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΚΙ ΕΝΟΣ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΥ ΤΡΙΤΟΒΑΘΜΙΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ

Άμεσος σκοπός κάθε υπό δημιουργία Πανεπιστημίου, είναι να προσφέρει στους φοιτητές του την απαραίτητη γνώση, η οποία σε συνδυασμό με τα ατομικά του προσόντα να τον καταστήσουν ένα δημιουργικό άνθρωπο με προσφορά σε όλη την κοινωνία και το οικονομικό “γίγνεσθαι” της πατρίδας του.

Ωστόσο οι τεράστιες αλλαγές που συνέβησαν στον Ευρωπαϊκό χώρο σε κοινωνικό, οικονομικό, πολιτικό και πολιτισμικό επίπεδο δημιούργησαν νέες ανάγκες τις οποίες τα τριτοβάθμια (κυρίως) Εκπαιδευτικά Ιδρύματα κλήθηκαν να καλύψουν.

ΤΑ ΚΥΡΙΟΤΕΡΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΕΝΟΣ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ (ΑΕΙ).

l Η χρονική ακολουθία ολοκλήρωσης των διαδοχικών βαθμίδων Εκπαίδευσης είναι καθορισμένη.

Όλοι οι μαθητές πηγαίνουν Δημοτικό (Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση) από

ηλικία 6 ως 12 ετών, Γυμνάσιο - Λύκειο (Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση) από ηλικία 12 ως 18 ετών και στην Ανώτερη ή Ανώτατη Εκπαίδευση (Τριτοβάθμια Εκπαίδευση) από ηλικία 18 ως 23-25 ετών περίπου.

Για να εισέλθει κάποιος στην ανώτερη εκπαιδευτική βαθμίδα και ιδιαίτερα στο χώρο της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης είναι υποχρεωμένος να ανταπεξέλθει σε πολλές και ανταγωνιστικές εισαγωγικές εξετάσεις.

Ανάλογα με την τάξη και το σύστημα Εισαγωγής στα Ανώτερα και Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα:

ð ένας απόφοιτος των ετών 1980-82 διαγωνιζόταν σε 4 μαθήματα της Β’

Λυκείου και 4 μαθήματα της Γ’ Λυκείου.

ð ένας απόφοιτος των ετών 1983-1994 διαγωνιζόταν μόνο σε 4 μαθήματα

της Γ’ Λυκείου.

ð ενώ ένας απόφοιτος του 2000 διαγωνίζεται σε 13-14 Μαθήματα Β’

Λυκείου και 13-15 μαθήματα της Γ’ Λυκείου.

Έτσι ουσιαστικά κάποιος έπρεπε να αποδείξει εκ των προτέρων ότι αξίζει να βρίσκεται στην Ανώτερη και Ανώτατη βαθμίδα εκπαίδευσης.

l Ο τρόπος εισαγωγής οδηγούσε σε επιλογές που εκ των υστέρων διαπιστωνόταν ότι ήταν λανθασμένες.

Η συμπλήρωση του μηχανογραφικού δελτίου υποψηφίου πολλές φορές γινόταν με “μεθοδολογία” χωρίς να λαμβάνονται υπόψη τα ατομικά ενδιαφέροντα, οι προσωπικές επιδιώξεις και φιλοδοξίες, και οι δεξιότητες του κάθε υποψηφίου ξεχωριστά. Έτσι κάποιοι φοιτητές που είχαν περάσει σε κάποιες σχολές, μετά από σύντομο χρονικό διάστημα είτε διέκοπταν εντελώς τις σπουδές τους απογοητευμένοι από το αντικείμενο των σπουδών τους (ή ακόμα και τις εκπαιδευτικές και οικονομικές συνθήκες) είτε διέκοπταν για να επιχειρήσουν την εκ νέου εισαγωγή τους σε κάποια άλλη σχολή.

 

 

l Η φυσική παρουσία στις αίθουσες διδασκαλίας ή στα εργαστήρια ήταν απαραίτητη.

Ο φοιτητής είναι υποχρεωμένος να βρίσκεται στον τόπο του Εκπαιδευτικού Ιδρύματος, αρκετές φορές μακριά από το μόνιμο τόπο κατοικίας του (παράγοντας που επιβάρυνε σημαντικά το κόστος των σπουδών), προκειμένου να ανταπεξέλθει στις απαιτήσεις των σπουδών του.

l Η μονοδιάστατη κατεύθυνση στον ακαδημαϊκό τίτλο.

Κάθε πανεπιστημιακό τμήμα δίνει ένα μόνο τίτλο σπουδών μετά από επιτυχή παρακολούθηση και εξέταση σε ένα προκαθορισμένο αριθμό υποχρεωτικών μαθημάτων κι έναν αριθμό μαθημάτων επιλογής.

l Η αδυναμία των παραδοσιακών Ιδρυμάτων να ικανοποιήσουν όλους τους ενδιαφερόμενους.

Μέχρι και το 1999 ο αριθμός των προσφερόμενων θέσεων στα Πανεπιστήμια ήταν σημαντικά μικρότερος από τον αριθμό των υποψηφίων με μια αναλογία που προσέγγιζε το κλάσμα 1/3 (1 προς 3).

Ωστόσο σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία για τη φοίτηση στο Ενιαίο Λύκειο είναι πολύ πιθανό τα αμέσως προσεχή χρόνια η προσφορά θέσεων της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης να είναι μεγαλύτερη από τη ζήτηση των αποφοίτων του Ενιαίου Λυκείου.

 

 

Απέναντι στα παραδοσιακά Εκπαιδευτικά Ιδρύματα μπήκε τα τελευταία χρόνια το Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο, με πρωτόγνωρες για την Ελλάδα εκπαιδευτικές αντιλήψεις.

ΤΑ ΚΥΡΙΟΤΕΡΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΟΥ ΕΑΠ:

l Απευθύνεται σε μεγάλο φάσμα ηλικιών.

Κάθε απόφοιτος δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης ανεξαρτήτου ηλικίας

είναι σε θέση να κάνει χρήση της εκπαιδευτικής ευκαιρίας που

προσφέρει το ΕΑΠ.

l Δεν είναι απαραίτητες οι κάθε φύσης εισαγωγικές εξετάσεις.

Παρόλο που το ΕΑΠ αποτελεί σύμφωνα με τον Ιδρυτικό του Νόμο

Ανώτατο Εκπαιδευτικό Ίδρυμα δεν απαιτούνται Εισαγωγικές Εξετάσεις για να φοιτήσει κάποιος σ’ αυτό.

l Δεν είναι απαραίτητη η φυσική παρουσία του φοιτητή σε αίθουσες

διδασκαλίας ή εργαστήρια.

Ο φοιτητής δεν είναι υποχρεωμένος να βρίσκεται στην πόλη που

εδρεύει το ΕΑΠ, ούτε να απομακρύνεται από τον τόπο κατοικίας του

για να παρακολουθήσει τις παραδόσεις και τις εργαστηριακές

ασκήσεις που είναι απαραίτητες.

l Πολλαπλότητα επιλογών στην κατεύθυνση του ακαδημαϊκού τίτλου.

Ο συνδυασμός των θεματικών ενοτήτων (Θ.Ε) είναι δυνατό να

οδηγήσει είτε σε “διαφορετικά” πτυχία είτε σε διαφορετικούς τίτλους

σπουδών από απλή βεβαίωση προπτυχιακής επιμόρφωσης μέχρι

διδακτορικό δίπλωμα.

l Υπάρχει η δυνατότητα να καλυφθεί η ζήτηση για σπουδές.

Επειδή το ΕΑΠ απευθύνεται σε όλο το φάσμα των ηλικιών, έχει τη

δυνατότητα να καλύψει εκπαιδευτικά ολοένα και μεγαλύτερο αριθμό

υποψηφίων.

Όλα τα παραπάνω χαρακτηριστικά της Ανοικτής Εκπαίδευσης πηγάζουν από τα 3 κυρίαρχα σημεία της.

    1. Διασφαλίζεται η ελεύθερη πρόσβαση όλων των πολιτών στο εκπαιδευτικό σύστημα προσφέροντας περισσότερες ευκαιρίες στον τομέα της εκπαίδευσης.
    2. Ο κάθε φοιτητής μπορεί να χωρο-χρονο-θετήσει τη μελέτη του καθώς και το ρυθμό της.
    3. Ο κάθε φοιτητής έχει τη δυνατότητα να αυτοδιαμορφώσει τη μορφωτική του φυσιογνωμία.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

ΟΜΟΙΟΤΗΤΕΣ ΕΑΠ ΜΕ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΑ ΑΕΙ

Και οι 2 μορφές των Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων:

l παρέχουν γνώση κι εξειδίκευση στους ενδιαφερόμενους φοιτητές (με

διαφορετική όμως μεθοδολογία) την οποία πιστοποιούν με τίτλους

σπουδών.

l χρησιμοποιούν εκπαιδευτικό υλικό με διαφορετικό όμως σχεδιασμό.

l διευκολύνουν την ανάπτυξη επικοινωνίας ανάμεσα στο διδάσκοντα και

στο διδασκόμενο.

l παρέχουν τις απαραίτητες πληροφορίες για τις παρεχόμενες σπουδές

μέσω δικτύων πληροφόρησης και της κατάλληλης γραμματειακής

υποστήριξης.

l Οργανώνουν τις απαραίτητες εξετάσεις που οδηγούν στους τίτλους

σπουδών.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΕΑΠ ΜΕ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΑ ΑΕΙ.

l Για να εισαχθεί κάποιος στα παραδοσιακά ΑΕΙ απαιτούνται εισαγωγικές εξετάσεις ενώ για να παρακολουθήσει κάποιος τις Θ.Ε. του ΕΑΠ. δεν απαιτούνται εξετάσεις. Στο σημείο αυτό πλεονεκτεί το ΕΑΠ αφού εκτός όλων των άλλων δίνει περισσότερες εκπαιδευτικές ευκαιρίες .

l Στα παραδοσιακά πανεπιστήμια είναι απαραίτητη η φυσική παρουσία του σπουδαστή στις αίθουσες διδασκαλίας και στα εργαστήρια, ενώ στο ΕΑΠ (με εξαίρεση ορισμένες Ομαδικές Συμβουλευτικές Συναντήσεις) ο σπουδαστής δεν απομακρύνεται από τον τόπο κατοικίας του. Έτσι ο σπουδαστής είναι σε θέση να ανταποκριθεί στις οικογενειακές, κοινωνικές κι επαγγελματικές του υποχρεώσεις χωρίς να προβληματίζεται ιδιαίτερα για το οικονομικό κόστος των σπουδών του. Εδώ πλεονεκτεί το ΕΑΠ.

l Τα παραδοσιακά ΑΕΙ δίνουν τίτλους σπουδών μονόδρομης κατεύθυνσης (με σχετικά μικρή ελευθερία επιλογής μαθημάτων πέρα από τα υποχρεωτικά) ενώ το ΕΑΠ χρησιμοποιώντας τις ΘΕ και το αρθρωτό σύστημα πρόκειται να δώσει τίτλους σπουδών που θα χαρακτηρίζονται από τις προσωπικές επιλογές του κάθε φοιτητή ξεχωριστά. Και στο σημείο αυτό πλεονεκτεί το ΕΑΠ αφού δίνει τη δυνατότητα στο σπουδαστή να εξατομικεύει” το πτυχίο του.

l Τα παραδοσιακά ΑΕΙ στο μεγαλύτερο τους μέρος απευθύνονται σε ηλικίες 18-25 ετών, ενώ το ΕΑΠ στο μεγαλύτερο του μέρος απευθύνεται σε ηλικίες 25-50. Έτσι τα τμήματα των ΑΕΙ είναι πιο συμπαγή ηλικιακά και μορφωτικά (εδώ πλεονεκτούν τα ΑΕΙ) ενώ τα τμήματα του ΕΑΠ είναι πιο χαλαρά αφού έχουν σπουδαστές από διαφορετικές ηλικίας, με διαφορετικούς κύκλους σπουδών, με διαφορετικές επαγγελματικές δραστηριότητες και χωρίς την συχνή επαφή των σπουδαστών μέσα σε τάξη.

Βέβαια η ύπαρξη μεγαλυτέρων ηλικιών στα τμήματα ουσιαστικά επιβεβαιώνει το χαρακτήρα της Ανοικτής Εκπαίδευσης δηλ. στην εξάλειψη των ηλικιακών φραγμών που θέτουν τα παραδοσιακά ΑΕΙ. (εδώ πλεονεκτεί το ΕΑΠ).

l Το ΕΑΠ μπορεί να απευθύνεται σε πολύ μεγαλύτερο αριθμό υποψηφίων με αποτέλεσμα να είναι σε θέση να καλύψει πολύ μεγαλύτερη ζήτηση από τους υποψήφιους σπουδαστές (εδώ πλεονεκτεί το ΕΑΠ.)

l Ο σπουδαστής του ΕΑΠ είναι σε χωροχρονική απόσταση από τον σύμβουλο-καθηγητή του.

Αντίθετα στα παραδοσιακά ΑΕΙ λόγω της συχνής συνύπαρξης καθηγητή και φοιτητών στους ίδιους χώρους (αμφιθέατρα, αίθουσες διδασκαλίας, εργαστήρια, κλπ.) η “θεωρητική” απόσταση καθηγητή και φοιτητών δεν υπάρχει. Είναι δυνατό όμως η “πραγματική” απόσταση φοιτητών και καθηγητή να είναι μεγάλη είτε για λόγους που αφορούν τον καθηγητή(δυσπρόσιτος, κλειστός σε συνεργασίες, απουσία από το Πανεπιστήμιο κα.) είτε για λόγους που αφορούν τον φοιτητή (ατολμία, έλλειψη ενδιαφέροντος για τα συγκεκριμένα μαθήματα, έλλειψη μελέτης κ.α.) είτε για αντικειμενικούς λόγους (διδασκαλία μαθήματος σε ένα αμφιθέατρο με εκατοντάδες φοιτητές).

Ωστόσο η σχέση συνεργασίας φοιτητή - καθηγητή εξαρτάται κι από τους δύο, είτε στην περίπτωση του ΑΕΙ είτε στην περίπτωση του ΕΑΠ. Με καθαρά όμως υποκειμενικά κριτήρια θεωρώ ότι στο σημείο αυτό πλεονεκτούν “εν δυνάμει” τα ΑΕΙ.

l Στο εκπαιδευτικό υλικό του ΕΑΠ εκτός του έντυπου υλικού, αξιοποιούνται και νέες τεχνολογίες στο παρεχόμενο εκπαιδευτικό υλικό.

Πέρα από τα βιβλία - διαγράμματα - χάρτες το ΕΑΠ είναι σε θέση, λόγω του ειδικού σχεδιασμού του εκπαιδευτικού υλικού του, να συμπεριλάβει σ’ αυτό νέες μορφές εκπαιδευτικού υλικού όπως ηχογραφήσεις σε κασέτες ήχου, cd, βιντεοκασέτες, cd-rom, εκπομπές ραδιοφώνου ή/και τηλεόρασης ή ακόμα και προγράμματα εκπαίδευσης με Η/Υ (τα CBT).

Λόγω της ελκυστικότερης παρουσίασης του εκπαιδευτικού υλικού, στο σημείο αυτό πλεονεκτεί το ΕΑΠ.

l Το ΕΑΠ και γενικότερα η Ανοικτή Εκπαίδευση έχει ταχύτερα ανακλαστικά στα κελεύσματα της Αγοράς Εργασίας και της Οικονομίας.

Λόγω του αρθρωτού συστήματος είναι σε θέση να αναθεωρήσει, να αναδιαμορφώσει, να καταργήσει και να δημιουργήσει ταχύτατα τις ΘΕ, ενώ τα παραδοσιακά ΑΕΙ δεν ανταποκρίνονται γρήγορα στις νέες τάσεις της παραγωγής (πρωτογενούς, δευτερογενούς και ιδιαίτερα της τριτογενούς) στις νέες μορφές γνώσης κι ανάπτυξης της επιστήμης και στην εκμετάλλευση των νέων μορφών της Τεχνολογίας. Και σ’ αυτό το σημείο πλεονεκτεί το ΕΑΠ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

ΑΝΑΓΚΕΣ ΤΗΣ ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΠΟΥ ΔΕΝ ΚΑΛΥΠΤΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΥΣ ΤΡΟΠΟΥΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ.

l Για μαθητές:

ð Αρκετά μαθήματα σε απομακρυσμένες περιοχές και αρκετές φορές δεν

πραγματοποιούνται εξαιτίας της έλλειψης πόρων από το Ελληνικό

Δημόσιο.

Π.χ. 1 ) Το μάθημα των Αγγλικών δεν πραγματοποιείται σε κανένα από τα

εκατοντάδες μονοθέσια Σχολεία της Ελλάδας λόγω έλλειψης

προσωπικού και πόρων.

Π.χ. 2 ) Το μάθημα της 2ης Ξένης Γλώσσας δεν πραγματοποιείται σε

Γυμνάσια και Λύκεια Γεωγραφικά Απομονωμένων περιοχών

όπως στο Γυμνάσιο - Λύκειο Σχοινούσας Κυκλάδων λόγω

έλλειψης προσωπικού.

Π.χ. 3 ) Το μάθημα της Πληροφορικής δεν πραγματοποιείται λόγω

έλλειψης προσωπικού (και λόγω έλλειψης εξοπλισμού) από

Γυμνάσια και Λύκεια με μειωμένο αριθμό παιδιών.

Έτσι οι μαθητές αυτών των Σχολείων βρίσκονται σε μειονεκτική

θέση όταν θα χρειαστεί να εξεταστούν στα μαθήματα της

Τεχνολογικής Κατεύθυνσης της Γ’ Λυκείου.

ð Αρκετά μαθήματα σε Γυμνάσια και Λύκεια γίνονται από καθηγητές άλλων ειδικοτήτων.

Π.χ. 1 ) Σε Λύκειο των Κυκλάδων το μάθημα της Πολιτικής Οικονομίας

το δίδασκε Μαθηματικός ενώ σε άλλο Λύκειο της ίδιας περιοχής

το δίδασκε Θεολόγος.

Π.χ. 2 ) Σε αρκετά Γυμνάσια ακόμα και της περιοχής των Αθηνών το

μάθημα της Ιστορίας το διδάσκει καθηγητής/τρια Αγγλικής

Φιλολογίας.

Π.χ. 3 ) Το μάθημα της Πληροφορικής διδάσκεται από Θεολόγους ενώ το

μάθημα του ΣΕΠ διδάσκεται από όποιον Καθηγητή έχει

ελεύθερες ώρες στο πρόγραμμά του.

ð Μαθήματα όπως η Φυσική, η Χημεία, η Βιολογία γίνονται χωρίς οι

μαθητές να μπαίνουν στα σχολικά εργαστήρια.

Από προσωπική εμπειρία αναφέρω το εξής:

Ξεκίνησα το Γυμνάσιο το 1976 σε ένα κτίριο όπου στην Α’ Γυμνασίου

ήμασταν 60 περίπου παιδιά στην αίθουσα. Τον Οκτώβριο του 1976

μεταφερθήκαμε στο καινούργιο κτίριο, το περίφημο Στρογγυλό

Σχολείο του Αγίου Δημητρίου στην Αττική. (Περίφημο γιατί έχει

απασχολήσει λόγω της αρχιτεκτονικής του, αρκετές φορές τον χώρο

της Αρχιτεκτονικής, σε ελληνικά και ξένα συνέδρια). Το κτίριο αυτό

είχε 6 (αν θυμάμαι καλά) εργαστήρια Φυσικής - Χημείας.

Μέχρι τον Ιούνιο του 1982 που τελείωσα και το Λύκειο (στον ίδιο πάντα χώρο) οι μόνες διδακτικές ώρες που βρισκόμασταν στα εργαστήρια ήταν μόνο για να κάνουμε.... Γαλλικά.

Και φυσικά αυτό, σε ένα κτίριο που είχε την εργαστηριακή υποδομή. Σκεφτείτε πόσα άλλα Γυμνάσια ή Λύκεια στην Ελλάδα (κυρίως σε απομακρυσμένες περιοχές) δεν έχουν τους χώρους των εργαστηρίων.

 

Στις παραπάνω περιπτώσεις η Ανοικτή και εξ’ αποστάσεως διδασκαλία θα μπορούσε να καλύψει τις διδακτικές ανάγκες στα εξής σημεία:

l Ανάπτυξη και παραγωγή ειδικού εκπαιδευτικού υλικού το οποίο θα απευθυνόταν στους μαθητές της Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, για να γίνονται τα μαθήματα χωρίς τη φυσική παρουσία του Δασκάλου ή του Καθηγητή.

l Καθηγητές ειδικευμένοι στην εξ’ αποστάσεως εκπαίδευση θα αναλάβουν την καθοδήγηση, στήριξη και αξιολόγηση του εκπαιδευόμενου.

l Ανάπτυξη σε εργαστήρια πρωτότυπων συσκευών εργαλείων και υλικών (kits) τα οποία θα αναπλήρωναν τα σχολικά εργαστήρια, για την πρακτική εξάσκηση των μαθητών στα μαθήματα που είναι απαραίτητο (Φυσική, Χημεία, Βιολογία).

Φυσικά σ’ αυτές τις περιπτώσεις το κόστος του Εκπαιδευτικού υλικού, των kits και του καθηγητή θα το αναλάμβανε το κράτος, με πιθανή χρηματοδότηση από τα ταμεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Για τους Καθηγητές:

ð Στα πλαίσια της νέας εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης δεκάδες νέων μαθημάτων εισάγονται για τη διδασκαλία τους στο Ενιαίο Λύκειο. Μαθήματα όπως, Ρίζες του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού, Αισθητική Αγωγή (Στοιχεία Θεατρολογίας), Αρχές Περιβαλλοντικών Επιστημών, Στοιχεία Αστρονομίας και Διαστημικής, Διαχείριση Φυσικών πόρων, Στατιστική, Λογική: Θεωρία και πρακτική, Πολυμέσα - Δίκτυα, είναι μερικά από τα νέα μαθήματα που θα κληθούν να τα διδάξουν καθηγητές με μέσο όρο ηλικίας 45 ετών. Έτσι οι καθηγητές που έχουν τελειώσει το Πανεπιστήμιο πρίν από 20 χρόνια κατά μέσο όρο και χωρίς να έχουν διδάξει αντίστοιχα μαθήματα τα ενδιάμεσα χρόνια, λογικό είναι να αντιμετωπίσουν προβλήματα όταν θα τα διδάξουν στην σχολική αίθουσα.

Θα ήταν λοιπόν δυνατό το ΕΑΠ να δημιουργούσε μερικές Θ.Ε που θα έλυναν κάποια από τα πολλά προβλήματα της διδασκαλίας των νέων μαθημάτων. Για παράδειγμα: Μια Θεματική ενότητα με τίτλο: “Διδασκαλία περιβαλλοντικών Επιστημών”, που θα απευθυνόταν στους καθηγητές που θα διδάξουν τα μαθήματα στα Λύκεια και θα εκπαίδευε τους καθηγητές στην διδασκαλία των μαθημάτων Αρχές Περιβαλλοντικών Επιστημών, Διαχείριση Φυσικών Πόρων, Στοιχεία Γεωπονίας και Αγροτικής Ανάπτυξης, Βιομηχανική παραγωγή και ενέργεια, θα βοηθούσε πάρα πολύ στην κατεύθυνση της βελτίωσης της παρεχόμενης Εκπαίδευσης στην Ελλάδα. Το κόστος της Θ.Ε. θα μπορούσε να το αναλάβει το Υπουργείο Παιδείας στα πλαίσια της επιμόρφωσης των Εκπαιδευτικών.

ð Πάντα στα πλαίσια της νέας εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης εισήχθη ο νέος τρόπος αξιολόγησης με ερωτήσεις τύπου Σωστό - Λάθος, Πολλαπλής Επιλογής, συμπλήρωσης κενού κ.τ.λ.

Μια Θ.Ε. που θα εκπαίδευε τους καθηγητές της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης του Δημοσίου ή/και του Ιδιωτικού Σχολείου και τους καθηγητές των Φροντιστηρίων στο συγκεκριμένο τρόπο αξιολόγησης θα ήταν προς τη σωστή κατεύθυνση.

Και σ’ αυτή την περίπτωση το κόστος της Θ.Ε. θα μπορούσε να το αναλάβει το Υπουργείο Παιδείας.

ð Για οποιαδήποτε αλλαγή στον τομέα των μαθημάτων, στον τρόπο αξιολόγησης των μαθητών, στην ύλη ή τα βιβλία των διδασκόμενων μαθημάτων, καθώς και σε θέματα που αναφέρονται σε νέες εκπαιδευτικές πρακτικές και μεθόδους διδασκαλίας, ένα Ίδρυμα σαν το ΕΑΠ και σε συνεργασία με το Υπουργείο Παιδείας και το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, θα μπορούσε να δημιουργήσει τις κατάλληλες Θ.Ε. ώστε να βοηθηθεί ο εκπαιδευτικός στο έργο του.

 

 

 

Β Ι Β Λ Ι Ο Γ Ρ Α Φ Ι Α